Άρθρο του καθηγητή Γ. Ελ. Δούκα: Ο ελληνικός αγροδιατροφικός τομέας σε ένα μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον

 Άρθρο του καθηγητή Γ. Ελ. Δούκα: Ο ελληνικός αγροδιατροφικός τομέας σε ένα μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον

“Ο αγροτοδιατροφικός τομέας συνεισφέρει στην ελληνική οικονομία συμβάλλοντας με 3,5% του ΑΕΠ και 10% της απασχόλησης.  Είναι χαρακτηριστικό ότι η βιομηχανία μεταποίησης αγροτικών προϊόντων, συμβάλλει κατά περίπου 37% στη συνολική απασχόλησή στον δευτερογενή τομέα και κατά περίπου 28% στην αξία της συνολικής παραγωγής των κλάδων της μεταποίησης” τονίζει σε άρθρο του στο libre o Γιάννης Ελ. Δούκας Επίκουρος καθηγητής, Τμήμα Αγροτικής Ανάπτυξης, Αγροδιατροφής και Διαχείρισης Φυσικών Πόρων, ΕΚΠΑ.

Ο κ. Δούκας επισημαίνει ωστόσο ότι υπάρχουν πολλά και σοβαρά προβλήματα που ζητούν επείγουσες λύσεις και προσθέτει:

“Περισσότερο από ποτέ, οι διεθνείς γεωπολιτικές και οικονομικές συνθήκες, κάνουν πιο επιτακτική τη μετάβαση σε ένα νέο παραγωγικό  μοντέλο – συμβατό με τους παραπάνω στόχους της νέας ΚΑΠ- με μικρότερες εξαρτήσεις από τις βιομηχανικές εισροές όπως τα συνθετικά λιπάσματα και τα φυτοφάρμακα”.

ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ  

Το σημερινό διεθνές περιβάλλον χαρακτηρίζεται από τις αρνητικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην παγκόσμια παραγωγή τροφίμων, της επιδημίας Covid19 στις αλυσίδες παραγωγής και διάθεσης των αγροτικών προϊόντων, της ραγδαίας αύξησης στο κόστος των βασικών εισροών στον αγροτικό τομέα (κυρίως λιπάσματα, ζωοτροφές και ενέργεια) και την περεταίρω επιδείνωση των συνθηκών σε όλο το φάσμα της αγροδιατροφικής αλυσίδας λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.

Μέσα σε αυτό το πιεστικό πλαίσιο, ο ελληνικός  αγροδιατροφικός τομέας καλείται να ανταπεξέλθει και να συνεχίσει να επιτελεί τον διττό του ρόλο ως προμηθευτή επαρκών ποσοτήτων ασφαλών προϊόντων και ως ένας από τους βασικούς αναπτυξιακούς μοχλούς της ελληνικής οικονομίας. Αυτό προϋποθέτει την παράλληλη επιτυχή διαχείριση της τρέχουσας αρνητικής συγκυρίας αλλά και την θεραπεία χρόνιων παθογενειών του.

Γιάννης Ελ. Δούκας Επίκουρος καθηγητής, Τμήμα Αγροτικής Ανάπτυξης, Αγροδιατροφής και Διαχείρισης Φυσικών Πόρων, ΕΚΠΑ

Αξίζει να σημειωθεί, πως πέραν της σημαντικής συμβολής του στο ΑΕΠ  (3,5% ) και την απασχόληση (10%), το αναπτυξιακό αποτύπωμα  του κλάδου είναι πολύ μεγαλύτερο, αν συνυπολογίσουμε και τις συγγενείς οικονομικές δραστηριότητες που συνδέονται με τον πρωτόγεννή τομέα. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της Eurostat (2018), η βιομηχανία μεταποίησης αγροτικών προϊόντων (τρόφιμα και ποτά) στην Ελλάδα, συμβάλλει κατά περίπου 37% (μ.ο. ΕΕ-27: 15,1%) στη συνολική απασχόλησή στον δευτερογενή τομέα και κατά περίπου 28% (μ.ο. ΕΕ-27: 11,4%) στην αξία της συνολικής παραγωγής των κλάδων της μεταποίησης.

Επίσης, ο αγροδιατροφικός τομέας κατά τη διάρκεια της δεκαετούς οικονομικής κρίσης, επέδειξε σημαντική ανθεκτικότητα με τη σταθερότητα της αγροτικής παραγωγής παρά τη μείωση της εγχώριας κατανάλωσης.  Η μείωση της εγχώριας κατανάλωσης μείωσε κυρίως  τις εισαγωγές αγροδιατροφικών προϊόντων και ταυτόχρονα έστρεψε την εγχώρια παραγωγή προς τις εξαγωγές με θετικό αποτέλεσμα την ισοσκέλιση του εμπορικού ισοζυγίου αγροδιατροφικών προϊόντων το 2020 για πρώτη φορά μετά την ένταξη μας στην Ε.Ε (1981). Αυτή η ανθεκτικότητα  καταδεικνύει τις δυνατότητες του αγροτικού τομέα, έναντι άλλων τομέων της ελληνικής οικονομίας.

  • Βέβαια, για να διαδραματίσει ο αγροτικός τομέας  τον αναπτυξιακό του ρόλο, θα πρέπει να ξεπεραστεί η τροχοπέδη που εμποδίζει τον από καιρό προσδοκώμενο μετασχηματισμό του, η οποία  συνοψίζεται σε αυτό που μπορούμε να ονομάσουμε «τρίγωνο της στασιμότητας». Οι τρείς πλευρές του τριγώνου,  αντιστοιχούν στο χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης που χαρακτηρίζει το ανθρώπινο δυναμικό, στην  αποεπένδυση  που συντελείται τα τελευταία χρόνια στον τομέα και στην αργοπορημένη μετάβαση του προς την ψηφιοποίηση σε σύγκριση με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.

Οι προαναφερθείσες αδυναμίες αποτυπώνονται στο χαμηλό επίπεδο  παραγωγικότητας της αγροτικής εργασίας, και στην αδυναμία αύξησης της παραγωγικότητας των εισροών στον ελληνικό αγροδιατροφικό  τομέα με άμεσο αντίκτυπο στο αυξημένο κόστος παραγωγής, στη στασιμότητα του εισοδήματος των απασχολουμένων και προφανώς στη διεθνή ανταγωνιστικότητα των ελληνικών αγροτικών προϊόντων.

  • Συγκεκριμένα , η αύξηση της παραγωγικότητας της αγροτικής εργασίας  στη χώρα μας ήταν μηδενική στα χρόνια της κρίσης (2009-2016) έναντι αύξησης κατά  2,5 % ετησίως στην ΕΕ28. Τα επόμενα χρόνια  η παραγωγικότητα όχι μόνο δεν αυξήθηκε  αλλά μειώθηκε. Συγκεκριμένα, μειώθηκε κατά 5,1% το 2021 σε σχέση με το 2020 με Μ.Ο στην ΕΕ-27 +0,7% (Eurostat, 2021).

Στην φετινή Έκθεση της Θεσσαλονίκης, δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην  Επιχειρηματικότητα, την Κυκλική Οικονομία, την Γαστρονομική Διατροφή και την Ψηφιακή Οικονομία. Όλα τα παραπάνω πεδία άπτονται του αγροδιατροφικού τομέα και μπορούν με την ορθή διαχείρισή τους να συμβάλλουν στον αποτελεσματικό μετασχηματισμό του. Παράλληλα, συνάδουν με τους στόχους της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) για την περίοδο 2023-2027. Η νέα ΚΑΠ παρέχει τις δυνατότητες και  τα κατάλληλα χρηματοδοτικά εργαλεία καθώς και την ελευθερία στις χώρες μέλη – μέσα από τα εθνικά στρατηγικά σχέδια-να διαμορφώσουν μία αγροτική πολιτική που θα λαμβάνει σοβαρά υπόψη της τα εθνικά χαρακτηριστικά, θα ευνοεί την ανάπτυξη της καινοτομίας & επιχειρηματικότητας και την πράσινη μετάβαση με στόχο την Αειφορία και την διαφύλαξη της Βιοποικιλότητας, όπως περιγράφεται στη «Στρατηγική από το Αγρόκτημα στο Πιάτο».

Επίσης, απαντούν στο αίτημα των ευρωπαίων καταναλωτών, που σύμφωνα με το πρόσφατο ευρωβαρόμετρο για την ΚΑΠ, επιθυμούν την διασφάλιση της σταθερότητας στις αλυσίδες προσφοράς ασφαλών τροφίμων.

Περισσότερο από ποτέ, οι διεθνείς γεωπολιτικές και οικονομικές συνθήκες, κάνουν πιο επιτακτική τη μετάβαση σε ένα νέο παραγωγικό  μοντέλο – συμβατό με τους παραπάνω στόχους της νέας ΚΑΠ- με μικρότερες εξαρτήσεις από τις βιομηχανικές εισροές όπως τα συνθετικά λιπάσματα και τα φυτοφάρμακα. Αν και τα μεσοπρόθεσμα μέτρα στήριξης των παραγωγών για την ελάφρυνση του κόστους ενέργειας και ζωοτροφών είναι σημαντικά, απαιτείται ένας στρατηγικός σχεδιασμός για την αποτελεσματικότερη αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του ελληνικού αγροτικού τομέα.

Αυτά περιλαμβάνουν, τη γεωμορφολογία των αγροτικών εκμεταλλεύσεων που ευνοούν ηπιότερα παραγωγικά συστήματα και την παραγωγή ποιοτικότερων προϊόντων, τις δυνατότητες αξιοποίησης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την έντονη βιοποικιλότητα  του ελληνικού αγροτικού χώρου και το ιστορικό και πολιτισμικό αποτύπωμά του.

  • Επίσης, με τη συνδρομή και των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που προορίζονται για τον πρωτόγεννή τομέα, είναι δυνατό να επιταχυνθεί η διαδικασία ψηφιοποίησης του ελληνικού αγροτικού τομέα και η συνακόλουθη περεταίρω ανάπτυξη της γεωργίας ακριβείας που θα επιτρέψει την παραγωγή περισσότερων προϊόντων με λιγότερους πόρους- όπως είναι και το αίτημα των καιρών-.

Τέλος, είναι σημαντική η ενδυνάμωση της κουλτούρας της επιχειρηματικότητας, μέσα από δράσεις που ενισχύουν τα συνεργατικά σχήματα μεταξύ των ομάδων παραγωγών αλλά και κατά μήκος της αγροδιατροφικής  αλυσίδας. Βασική προϋπόθεση, για να επιτευχθούν τα παραπάνω, είναι η ανάπτυξη του ανθρώπινου κεφαλαίου σε όλο το φάσμα της αγροδιατροφικής αλυσίδας, μέσω της εκπαίδευσης, της επαγγελματικής κατάρτισης και της κατάλληλης συμβουλευτικής.

Σχετικά Άρθρα