Άμεσα ανασχηματισμός… και σενάρια αλλαγής εκλογικού νόμου
Οι υποκλοπές έβαλαν οριστική ταφόπλακα στις συνεργασίες της ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ ενώ και η ακρίβεια όπως φαίνεται στις τελευταίες δημοσκοπήσεις απομακρύνουν τον… στόχο της αυτοδυναμίας ακόμη και στις δεύτερες κάλπες. Οι επόμενες εκλογές θα γίνουν με την απλή αναλογική ενώ αν δεν προκύψει κυβέρνηση θα ακολουθήσουν νέες εκλογές με το νόμο που ψηφίστηκε το 2020 από τη Νέα Δημοκρατία.
Με βάση το συγκεκριμένο νόμο απαιτείται ένα ποσοστό κοντά στο 37.5% με 38% για την αυτοδυναμία ανάλογα με το ποσοστό των κομμάτων που μένουν εκτός Βουλής (όσο υψηλότερο είναι αυτό το ποσοστό τόσο πιο κοντά είναι η αυτοδυναμία).
Με δεδομένο το… απαγορευτικό σε οποιεσδήποτε συνεργασίες στο γαλάζιο στρατόπεδο βλέπουν πως δεν υπάρχει άλλη λύση από την διεκδίκηση αυτοδυναμίας, στόχος πάντως που με το ισχύον εκλογικό σύστημα αναγνωρίζεται ως εξαιρετικά δύσκολος.
Στο πλαίσιο αυτό φουντώνουν οι γαλάζιες φωνές υπέρ της αλλαγής του εκλογικού νόμου, με στόχο μεγαλύτερο μπόνους για το πρώτο κόμμα και επομένως ευκολότερη κατάκτηση των 151 εδρών. Το βασικό επιχείρημα των υποστηρικτών αυτής της άποψης είναι πως σε μια εποχή έντονης αβεβαιότητας με πολλαπλά ανοιχτά μέτωπα απαιτούνται σταθερές κυβερνήσεις και δεν υπάρχουν περιθώρια για πειραματισμούς.
- Στο θέμα αναφέρθηκε χθες η Ντόρα Μπακογιάννη που σημείωσε πως «εκλογικός νόμος με το 50 μπόνους δίνει πιθανότητες σταθερότητας πολύ πιο μεγάλες. Αυτό είναι μια πραγματικότητα που συζητείται σε όλα τα πηγαδάκια», προσθέτοντας ωστόσο πως είναι μια απόφαση του πρωθυπουργού και υπενθυμίζοντας παλαιότερη δήλωσή του για το θέμα .
- Ο βουλευτής της Ν.Δ. Μάξιμος Χαρακόπουλος σημείωσε πως «πρέπει να ξαναδούμε το ζήτημα του εκλογικού νόμου και να επανέλθουμε ενδεχομένως στο μπόνους των 50 εδρών».
- Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος θέλησε να κλείσει τη σχετική συζήτηση, απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων. «Προχωράμε για τις εκλογές το 2023 με το θεσμικό πλαίσιο που υπάρχει αυτή τη στιγμή» ήταν η ενδεικτική αναφορά.
Τα σενάρια πάντως επιμένουν αν και μια τέτοια κίνηση αφενός θα θεωρηθεί ως ηττοπάθεια από τους ψηφοφόρους αφετέρου η αντιπολίτευση θα κατηγορούσε την κυβέρνηση σε όλους τους τόνους πως προχωρά σε τακτικισμούς και πως κοιτά αποκλειστικά και μόνο το κομματικό συμφέρον. Άλλωστε το συγκεκριμένο νόμο τον είχε φέρει στη Βουλή η Νέα Δημοκρατία.
Ωστόσο με βάση τα δύο σημαντικά πολιτικά δεδομένα (υποκλοπές, ακρίβεια) που αναφέρθηκαν πιο πάνω και τις δημοσκοπικές επιπτώσεις, πολλοί εισηγούνται στο Πρωθυπουργικό γραφείο να επανεξετάσει το ενδεχόμενο αλλαγής του εκλογικού νόμου, έτσι ώστε η χώρα να διασφαλίσει πολιτική σταθερότητα και να μην μπει σε περιπέτειες, έστω με μια μικρή περίοδο ακυβερνησίας, εξαιτίας της απλής αναλογικής. Και μάλιστα σε ένα ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον, με τον Ερντογάν να κλιμακώνει τις προκλήσεις, εν όψει και των δικών του εκλογών στην Τουρκία.
Οι εισηγήσεις στον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη είναι να αυξηθεί το μπόνους των εδρών για το πρώτο κόμμα από τις 40 σήμερα, σε 50. Κίνηση που ενισχύει τη δημιουργία αυτοδύναμης κυβέρνησης, εν αντιθέσει με τον υπάρχοντα εκλογικό νόμο που ορθώνει γιγαντιαία εμπόδια.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δύο φορές τους τελευταίους μήνες έχει διαβεβαιώσει με δημόσιες δηλώσεις του, ότι δεν πρόκειται να προχωρήσει σε αλλαγή του εκλογικού νόμου.
«Είμαι ένας υπεύθυνος, θεσμικός πολιτικός, ο οποίος έχει μάθει να πορεύεται με κανόνες» είχε τονίσει την Άνοιξη αναφορικά με το θέμα, ενώ και τον Ιούνιο σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ είχε διαβεβαιώσει ότι δεν προτίθεται να αλλάξει τους κανόνες του παιχνιδιού.
Στη σημερινή συγκυρία ωστόσο πολλοί είναι οι “γαλάζιοι” βουλευτές και τα στελέχη που εκτιμούν ότι η αλλαγή του εκλογικού νόμου είναι μονόδρομος.
Ανασχηματισμός ενόψει
Ανοιχτό παραμένει και το σενάριο του ανασχηματισμού που θα δώσει σήμα επανεκκίνησης και μάλιστα πριν από την άνοδο του Κυριάκο Μητσοτάκη στη Θεσσαλονίκη στις 10 Σεπτεμβρίου.
Μάλιστα τις τελευταίες ώρες υπάρχουν φήμες ότι οι ανακοινώσεις είναι προ των πυλών.
Οι εκτιμήσεις που υπάρχουν είναι ότι ο ανασχηματισμός δεν θα είναι δομικός αλλά… διορθωτικός. Απίθανο θεωρείται να αλλάξει η ηγεσία σε καίρια υπουργεία που χειρίζονται τις τρέχουσες μεγάλες κρίσεις.
Όπως για παράδειγμα τα υπουργεία Οικονομικών, Ενέργειας, Εξωτερικών, Εθνικής Άμυνας, ακόμη και το Παιδείας.
Στον αντίποδα συζητείται έντονα ότι θα δοθεί έμφαση σε περιοχές που η ΝΔ έχει δημοσκοπική φθορά, με υπουργοποίηση τοπικών βουλευτών, κυρίως σε θέσεις υφυπουργών.