Ένα Πρότυπο Κέντρο Υγείας στην Καβάλα –πρωτοβουλία της ΕΛ.Ε.ΑΝ.Α.– Προσφέρει δωρεάν υπηρεσίες σε πολίτες και ασθενείς
Πρόσφατα, ξεκίνησε τη λειτουργία του το πρώτο Πρότυπο Κέντρο Παροχής Υγείας στη Χρυσούπολη Καβάλας, που αποτελεί μία πρωτοβουλία της Ελληνικής Εταιρείας Αντιρρευματικού Αγώνα (ΕΛ.Ε.ΑΝ.Α.), την οποία υποστήριξε με θέρμη ο Δήμος Νέστου, διασφαλίζοντας τη συνεργασία με τις δομές του δήμου. Οι υπηρεσίες του Κέντρου θα παρέχονται από όλους τους επαγγελματίες Υγείας δωρεάν!
Ρούλα Σκουρογιάννη
Βασικοί στόχοι του Κέντρου είναι η παροχή πληροφόρησης, στήριξης, έγκαιρης διάγνωσης, και προσωποποιημένης φροντίδας στους πολίτες γενικότερα αλλά και στους ασθενείς ειδικότερα. Υπεύθυνη του πρώτου Πρότυπου Κέντρου ανέλαβε η Γενική / Οικογενειακός Ιατρός, κα Στέλλα Αργυριάδου, που με τη στήριξη μιας διεπιστημονικής ομάδας, αποτελούμενης από εθελοντές διαφορετικών ειδικοτήτων, θα έρχονται σε επαφή με τους ασθενείς και το άμεσο περιβάλλον τους.
«Το πρώτο Πρότυπο Κέντρο Υγείας της ΕΛ.Ε.ΑΝ.Α. είναι πλέον γεγονός! Στόχος μας τα Αυτοάνοσα Μυοσκελετικά Προβλήματα η έγκαιρη διάγνωση, η πρωτογενής και η δευτερογενής πρόληψη και αποκατάσταση», επεσήμανε μιλώντας στο libre, η πρόεδρος της ΕΛ.Ε.ΑΝ.Α., κα Αθανασία Παππά, η οποία μας εξήγησε τους λόγους που καθιστούν απαραίτητη για τον πολίτη (κυρίως της περιφέρειας) και τον ασθενή τη λειτουργία του Πρότυπου Κέντρου Υγείας.
Πρέπει να αναφερθεί ότι είναι υψηλή η συχνότητα και η σοβαρότητα αρκετών από τα ρευματικά νοσήματα, που μπορεί να εμφανιστούν και στα δυο φύλα, με μεγαλύτερη συχνότητα στις γυναίκες και σε όλες τις ηλικίες (ακόμα και στην παιδική). Από την άλλη μεριά, η πρόοδος που σημειώνεται, πλέον, στην αντιμετώπιση τους, καθιστά απαραίτητη την ενημέρωση του κοινού και την προσπάθεια ένταξης των ασθενών σε αποτελεσματικά θεραπευτικά σχήματα.
«Ο πόνος, η νοσηρότητα, η αναπηρία και η θνητότητα που συνοδεύουν πολλές από τις ρευματικές παθήσεις (ΡΠ) μπορούν να ελαχιστοποιηθούν και υπό ορισμένες προϋποθέσεις να προληφθούν, εφόσον ληφθούν ορισμένα μέτρα, όπως η πρώιμη διάγνωση, η έγκαιρη και κατάλληλη φαρμακευτική θεραπεία και η εφαρμογή προγράμματος φυσικοθεραπείας και αποκατάστασης», εξηγεί η κα Α. Παππά.
«Επιπλέον τα άτομα με ΡΠ στο φιλικό και οικογενειακό τους περιβάλλον, ειδικά στην περιφέρεια και στις πιο κλειστές κοινωνίες, αντιμετωπίζουν συχνά τον οίκτο ή/και την απόρριψη, γεγονός που δημιουργεί πρόσθετο δυσβάστακτο ψυχικό φορτίο καθώς ενοχοποιούν τον εαυτό τους για το νόσημα τους».
Στήριξη στον ασθενή και την οικογένειά του
«Συχνά τα άτομα με ΡΠ και οι οικογένειές τους έρχονται αντιμέτωποι με φαινόμενα και χαρακτηριστικά των υπηρεσιών υγείας που τους φορτίζουν ψυχικά, τους καταπονούν σωματικά ή ακόμα και τους αποθαρρύνουν. Νιώθουν αδύναμοι να αντιμετωπίσουν τις δαιδαλώδεις δομές και τα γραφειοκρατικά εμπόδια στις δημόσιες και ιδιωτικές υπηρεσίες ή και το υψηλό κόστος αντιμετώπισης της ασθένειας! Για την αντιμετώπιση των κοινωνικο-οικονομικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι πάσχοντες και οι οικογένειες τους, πρέπει να στοχεύσουμε στην πρωτογενή πρόληψη σε όσες περιπτώσεις είναι εφικτό, αλλά και στη δευτερογενή, στην έγκαιρη διάγνωση και πρώιμη, ορθή, θεραπευτική αντιμετώπιση των ασθενών, και στην υποστήριξη των πασχόντων και των οικογενειών τους, με σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας ζωής και της κοινωνικής τους επανένταξης!».
Πρόκληση η διαχείριση της πολλαπλής νοσηρότητας και συννοσηρότητας
Πολύ συχνά, οι ασθενείς με ρευματικές παθήσεις έχουν να αντιμετωπίσουν την πολλαπλή νοσηρότητα (συνύπαρξη δυο ή περισσοτέρων νοσημάτων) και συννοσηρότητα (λοιπά συνυπάρχοντα νοσήματα).
«Αν ληφθεί υπόψη η βαρύτητα καθενός εξ αυτών, καθώς και παράγοντες όπως η ηλικία, το φύλο, η φυλή ή η ευπάθεια (frailty) στους ηλικιωμένους ασθενείς, τότε γίνεται λόγος για φορτίο νοσηρότητας (morbidity burden). Επιπλέον, όταν ληφθούν υπόψη και τα σχετιζόμενα ή μη με την υγεία ατομικά, ιδιοσυγκρασιακά, κοινωνικοοικονομικά, περιβαλλοντικά, οικογενειακά και πολιτισμικά γνωρίσματα του ασθενή, γίνεται λόγος για ολιστική προσέγγιση ενός ασθενή που παρουσιάζει πολυπλοκότητα στη διαχείρισή του γεγονός που περιπλέκει την κατάσταση και την αντιμετώπιση αυτών, τόσο για τους ίδιους τους ασθενείς και τους φροντιστές, όσο και για τους γιατρούς και τα συστήματα υγείας.
Σήμερα, η διαχείριση αυτών των ασθενών με πολλαπλή νοσηρότητα σε έναν πληθυσμό που συνεχώς γηράσκει αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Οι ασθενείς με πολλαπλή νοσηρότητα παρουσιάζουν αυξημένες και σύνθετες ανάγκες, διότι η συννοσηρότητα οδηγεί σε:
· αλληλεπιδράσεις μεταξύ των διαφόρων νοσημάτων,
· πολλαπλασιασμό των διαγνωστικών εξετάσεων,
· δυσκολία στην εφαρμογή συχνά αντικρουόμενων κλινικών κατευθυντήριων οδηγιών,
· εμπόδια στην ύπαρξη αλληλουχίας στη φροντίδα υγείας,
· δυσκολία στην παροχή ολιστικής φροντίδας υγείας,
· μεγάλο όγκο πληροφορίας για την αυτοδιαχείριση των νοσημάτων, που συχνά οδηγεί σε σύγχυση,
· λανθασμένη φαρμακευτική αγωγή και
· πολυφαρμακία.
H παροχή φροντίδας υγείας σε ασθενείς με πολλαπλή νοσηρότητα επικεντρώνεται στην ολιστική προσέγγιση του ασθενή και λαμβάνει υπόψη τις εξής παραμέτρους
· ψυχολογικές ανάγκες,
· σωματικές ανάγκες,
· επιθυμίες,
· ανησυχίες,
· προσδοκίες,
· προτεραιότητες,
· δυνατότητα αυτοφροντίδας και αυτοεξυπηρέτησης, και
· συντονισμό μεταξύ διαφορετικών ειδικοτήτων και επαγγελμάτων υγείας.
Η εξατομικευμένη προσέγγιση θεωρείται ιδανική, αλλά στην κλινική πράξη πρόκειται για ιδιαίτερα δύσκολο και απαιτητικό εγχείρημα και αυτό έχει ως αποτέλεσμα, η παρεχόμενη φροντίδα υγείας σε ασθενείς με πολλαπλή νοσηρότητα να υστερεί συχνά σε ασφάλεια, αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα .
Μέσα από το πρότυπο κέντρο ο ασθενής θα έχει τη δυνατότητα να λάβει εκπαιδευτικές παρεμβάσεις και παρεμβάσεις αποκατάστασης», υπογραμμίζει η πρόεδρος της ΕΛΕΑΝΑ.
Προληπτικές παρεμβάσεις
Ο Γενικός/Οικογενειακός γιατρός μαζί με την συνεργασία της διεπιστημονικής ομάδας, που αποτελείται μέχρι στιγμής από νοσηλευτές, κοινωνικό λειτουργό, ρευματολόγο, φυσιοθεραπευτή, εργοθεραπευτή, διατροφολόγο, γυμναστή, δασκάλους χορού, οφείλει να εντάξει στο πλάνο διαχείρισης των ασθενών με πολλαπλή νοσηρότητα παρεμβάσεις πρωτογενούς και δευτερογενούς πρόληψης. Η εφαρμογή τεκμηριωμένων προληπτικών παρεμβάσεων αποτελεί βασικό συστατικό της διαχείρισης του κινδύνου και της πρόληψης νοσημάτων ή επιπλοκών.
Εκτίμηση και σεβασμός στους στόχους και τις προτιμήσεις του ασθενή
Τις τελευταίες δεκαετίες υποστηρίζεται όλο και περισσότερο η σχέση μεταξύ γιατρού και ασθενή ως μια σχέση συνεργασίας μεταξύ των δύο μερών (συνεργατική φροντίδα υγείας), με αποφυγή του πατερναλιστικού προτύπου του παρελθόντος.
«Ο ομάδα των επαγγελματιών υγείας, που θα προσφέρει τις υπηρεσίες της δωρεάν προς όλους τους ασθενείς και τους φροντιστές, θα παρέχει την επιστημονική πληροφορία και γνώση, χωρίς να την επιβάλλει. Στο πλαίσιο του μοντέλου της συνεργατικής φροντίδας υγείας, δίνεται στον ασθενή η δυνατότητα να εκφράσει τα προβλήματά του, τις ανησυχίες του για τα χρόνια νοσήματα που φέρει, καθώς και τις προτιμήσεις του για τη διαχείρισή τους, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί η κατά το δυνατόν καλύτερη ποιότητα ζωής για τον συγκεκριμένο ασθενή.
Η συνεργατική φροντίδα, σε συνδυασμό με τη φροντίδα που επικεντρώνεται στις ψυχοκοινωνικές και σωματικές ανάγκες του ασθενή, και διερευνά τις ανησυχίες και τις προτεραιότητές του, ενώ ταυτόχρονα διευκολύνει τη συμμετοχή του στη λήψη αποφάσεων, αποτελεί το περιεχόμενο της φροντίδας που επικεντρώνεται στον ασθενή. O ασθενής δεν ακολουθεί παθητικά τις οδηγίες του γιατρού (compliance), αλλά ακολουθεί αποφάσεις τις οποίες έχει κατανοήσει και με τις οποίες συμφωνεί, καθώς έχει λάβει και ο ίδιος ενεργό μέρος στη διαδικασία λήψης τους (adherence)», τονίζει καταλήγοντας η κα Αθανασία Παππά.