Fuel Pass 3, έξτρα επίδομα θέρμανσης και “επιταγή ακρίβειας” στο τραπέζι της κυβέρνησης – Η κατεύθυνση από το Eurogroup
«Η τρέχουσα οικονομική κατάσταση και η αυξημένη αβεβαιότητα απαιτούν προσεκτικό σχεδιασμό της δημοσιονομικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένης της ποιότητας των μέτρων, και συντονισμό των δημοσιονομικών πολιτικών στη ζώνη του ευρώ το 2023». Αυτό αναφέρει η δήλωση του Eurogroup που συνεδρίασε χθες στις Βρυξέλλες.
Υπό το πρίσμα των τρεχουσών συνθηκών και όπως αντικατοπτρίζεται στις συστάσεις ανά χώρα, το Eurogroup θεωρεί ότι η υποστήριξη της συνολικής ζήτησης μέσω δημοσιονομικών πολιτικών το 2023 δεν είναι δικαιολογημένη, αλλά αντίθετα η εστίαση θα πρέπει να δοθεί στην προστασία των πιο ευάλωτων, διατηρώντας παράλληλα την ευελιξία προσαρμογής, εάν απαιτείται.
Οι δημοσιονομικές πολιτικές σε όλες τις χώρες θα πρέπει να στοχεύουν στη διατήρηση της βιωσιμότητας του χρέους, καθώς και στην αύξηση του αναπτυξιακού δυναμικού με βιώσιμο τρόπο για την ενίσχυση της ανάκαμψης, διευκολύνοντας έτσι επίσης το έργο της νομισματικής πολιτικής να διασφαλίζει τη σταθερότητα των τιμών χωρίς να προσθέτει πληθωριστικές πιέσεις.
Οι δημοσιονομικές πολιτικές θα πρέπει να συνεχίσουν να διαφοροποιούνται κατάλληλα ανάλογα με την οικονομική και δημοσιονομική κατάσταση των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένης της έκθεσής τους στην κρίση και της εισροής εκτοπισθέντων από την Ουκρανία.
«Τα ευρείας βάσης δημοσιονομικά μέτρα, όπως οι γενικές μειώσεις των φόρων και των ειδικών φόρων κατανάλωσης, είχαν ως στόχο να μετριάσουν τον αντίκτυπο της ραγδαίας αύξησης των τιμών της ενέργειας σε εθνικό επίπεδο, αλλά αυτά θα πρέπει να είναι προσωρινά και να προσαρμόζονται ολοένα και περισσότερο προς στόχευση των πιο ευάλωτων», επισημαίνει το Eurogroup.
Επισημαίνεται, επίσης, ότι «τα μέτρα εισοδήματος είναι, καταρχήν, προτιμότερα από τα μέτρα τιμών». Αναγνωρίζεται ότι η αρνητική επίδραση στα εισοδήματα λόγω των υψηλών τιμών της ενέργειας δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί διαρκώς μέσω αντισταθμιστικών δημοσιονομικών μέτρων, αλλά θα απαιτηθούν επενδύσεις μεσοπρόθεσμα στην ενεργειακή απόδοση και στην ανάπτυξη περιβαλλοντικά βιώσιμων τοπικών πηγών ενέργειας.
Στην ίδια δήλωση το Eurogroup επισημαίνει: «Ο επιθετικός πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, στον απόηχο της παγκόσμιας πανδημίας, έχει αλλάξει σημαντικά το γεωπολιτικό και οικονομικό πλαίσιο. Μέσω των επιπτώσεων στο διεθνές εμπόριο, ο αντίκτυπος του πολέμου στις οικονομίες των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ έγινε αισθητός μέσω των υψηλότερων τιμών της ενέργειας, των τροφίμων και των πρώτων υλών, προσθέτοντας πληθωριστικές πιέσεις και περιορίζοντας τις προοπτικές ανάπτυξης». Υπενθυμίζεται, επίσης, ότι οι πολιτικές των κρατών-μελών πρέπει να παραμείνουν ευέλικτες και έτοιμες να προσαρμοστούν στις ταχέως εξελισσόμενες συνθήκες, όπως απαιτείται.
Τα Ελληνικά μέτρα
Με τα περιθώρια για λήψη οριζόντιων μέτρων να στενεύουν ασφυκτικά μετά και την παρέμβαση του Eurogroup, στην κυβέρνηση προκρίνουν την επανάληψη των δύο παρεμβάσεων σε ηλεκτρικό ρεύμα και βενζίνη.
Το μέγεθος των παρεμβάσεων θα κριθούν από τις δυνατότητες που θα δίνουν τα δημοσιονομικά περιθώρια, ωστόσο πρόθεση του οικονομικού επιτελείου είναι να συγκρατηθεί η άνοδος των τιμών.
Στο σχεδιασμό προβλέπεται και ενισχυμένο επίδομα θέρμανσης που θα καλύψει την προμήθεια καυσίμων για τη θέρμανση των νοικοκυριών την περίοδο 2022-2023. Το μοντέλο που θα εφαρμοστεί φέτος βρίσκεται ακόμα σε επεξεργασία, ωστόσο πρόθεση του υπουργείου Οικονομικών είναι ο αριθμός των δικαιούχων να είναι διευρυμένος, εφαρμόζοντας νέα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια.
«Επιταγή ακρίβειας»
Στο τραπέζι παραμένει και το σενάριο επανάληψης της «επιταγής ακρίβειας» όπως ονομάστηκε το επίδομα των 200 ευρώ που έδωσε σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες τα Χριστούγεννα και το Πάσχα η κυβέρνηση. Οι τελικές αποφάσεις αναφορικά με το ύψος του επιδόματος, τον αριθμό των δικαιούχων, αλλά και το χρόνο που θα πιστωθεί στους λογαριασμούς των δικαιούχων, θα ληφθούν το επόμενο διάστημα, αφού πρώτα υπάρχει σαφέστερη εικόνα για τα δημοσιονομικά περιθώρια. Υπενθυμίζεται ότι δικαιούχοι το Πάσχα ήταν όσοι είχαν ετήσιο ατομικό εισόδημα 7.200 ευρώ και ακίνητη περιουσία έως 200.000 ευρώ.