Βλαντίμιρ Ποτάνιν: Ο μέγας ολιγάρχης της Ρωσίας που παραμένει στο απυρόβλητο – Γιατί η Δύση δεν του επιβάλλει κυρώσεις
Είναι πλέον ο πλουσιότερος άνθρωπος στη Ρωσία του και 35ος στον κόσμο. Στενός φίλος του Βλαντίμιρ Πούτιν, με τον οποίο παίζουν ενίοτε χόκεϊ επί πάγου, ο Βλαντίμιρ Ποτάνιν ήταν ένας από τους 40 ολιγάρχες που κλήθηκαν στο Κρεμλίνο για ακρόαση το απόγευμα της ημέρα της εισβολής στην Ουκρανία, στις 24 Φεβρουαρίου.
Από εκείνη την «παρέα» πολλοί έχουν μπει έκτοτε στο «στόχαστρο» των δυτικών κυρώσεων. Όμως αυτός, ο πλουσιότερος όλων και ένας από τους ελάχιστους που παρέμειναν όρθιοι μετά την εποχή Γιέλτσιν, βρίσκεται μέχρι και σήμερα σχεδόν στο «απυρόβλητο».
Ένα και πλέον μήνα μετά την έναρξη του πολέμου, ο επονομαζόμενος και «βασιλιάς του νικελίου» συμπεριελήφθη στη λίστα των κυρώσεων του Καναδά και της Αυστραλίας: από τις μεγαλύτερες παραγωγούς νικελίου και ως εκ τούτου οιωνεί ανταγωνίστριες του Ποτάνιν. Μόλις την περασμένη Τετάρτη, τέσσερις μήνες μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, τον ίδιο δρόμο αποφάσισε να ακολουθήσει τελικά και η Βρετανία.
Του επέβαλε απαγόρευση εισόδου και πάγωμα περιουσιακών στοιχείων, ανοίγοντας έρευνα για το φιλανθρωπικό Ίδρυμα Potanin -«αδελφό» του ρωσικού The Vladimir Potanin Foundation- τα περιουσιακά στοιχεία του οποίου εκτιμάται ξεπερνούν τα 95 εκατομμύρια λίρες. Οι ΗΠΑ και η ΕΕ εξακολουθούν ωστόσο να διατηρούν τον Βλαντίμιρ Ποτάνιν εκτός λίστας κυρώσεων, χωρίς να έχουν ανακοινώσει τους λόγους.
Αυτό, ενώ ο Ρώσος ολιγάρχης έχει συμπεριληφθεί από το 2018 στη «λίστα Πούτιν» του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ, με 210 κατονομαζόμενα άτομα που συνδέονται στενά με τον Ρώσο πρόεδρο.
Και κάπως έτσι απρόσκοπτα ο Ποτάνιν έχει αυξήσει σημαντικά την προσωπική περιουσία του εν μέσω πολέμου στην Ουκρανία. Σύμφωνα με τον Δείκτη Δισεκατομμυριούχων Bloomberg, πλέον ξεπερνά τα 35,2 δισεκατομμύρια δολάρια.
Μια… μεταλλική «ασπίδα» στις κυρώσεις
Ο 61χρονος Ποτάνιν δεν λέγεται τυχαία «βασιλιάς του νικελίου». Μεταξύ πολλών άλλων, είναι ο πρόεδρος και βασικός μέτοχος (34,59%) της MMC Norilsk Nickel PJSC.
Με μακρά προϊστορία επί ΕΣΣΔ, ο μεταλλευτικός γίγαντας είναι σήμερα ο μεγαλύτερος παραγωγός εξευγενισμένου νικελίου παγκοσμίως και από τους σημαντικότερους στην παραγωγή χαλκού και παλλαδίου.
Ο Ποτάνιν απέκτησε κοψοχρονιά το πλειοψηφικό μετοχικό πακέτο επί προεδρίας Γιέλτσιν. Έκτοτε, η ιστορία της γνωστής και ως Nornickel έχει σημαδευτεί από την πολυετή σύγκρουση των μεγιστάνων μετόχων της: του Ποτάνιν και του Όλεγκ Ντεριπάσκα. Από εργατικά δυστυχήματα. Από τη μεγαλύτερη περιβαλλοντική καταστροφή στην Αρκτική, όταν το 2020 διέρρευσαν από δεξαμενή ενός θερμοηλεκτρικού σταθμού της Nornickel 21.000 τόνοι καυσίμου.
Η εταιρεία πλήρωσε πρόστιμο 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων και ανέλαβε τον καθαρισμό της περιοχής. Όμως η επιχειρηματική αυτοκρατορία του Ποτάνιν έμεινε αλώβητη και εξαιρετικά κερδοφόρα.
Μια ματιά στο πελατολόγιό της ίσως μάλιστα εξηγεί επαρκώς τον λόγο για τον οποίο ούτε ο ίδιος, ούτε η Nornickel έχουν μέχρι σήμερα συμπεριληφθεί στις αμερικανικές και ευρωπαϊκές κυρώσεις.
Η Nornickel θεωρείται κομβική στην πράσινη ατζέντα της ΕΕ, καθώς είναι ο βασικός προμηθευτής της σε νικέλιο. Στην καθαρή μορφή του το μέταλλο χρησιμοποιείται -πέρα από την παραγωγή ανοξείδωτου χάλυβα- και στα ηλεκτρικά οχήματα. Ως εκ τούτου, η συνεργασία μεταξύ του διυλιστηρίου νικελίου και κοβαλτίου της Nornickel στη δυτική Φινλανδία και του γερμανικού κολοσσού BASF για την κατασκευή μπαταριών ηλεκτροκίνησης θεωρείται στρατηγική.
Οι ΗΠΑ από την άλλη αν και δεν εξαρτώνται τόσο πολύ από το ρωσικό νικέλιο (εισάγουν κυρίως από τον Καναδά), γνωρίζουν ότι τυχόν κυρώσεις στη Nornickel θα δημιουργήσουν τεράστιες ελλείψεις στην αγορά και θα εκτοξεύσουν τις τιμές στα… ουράνια. Ήδη η τιμή του νικελίου έχει διπλασιαστεί από την αρχή του έτους.
Πέραν τούτου, η Nornickel παράγει το 40% του παλλαδίου παγκοσμίως: ζωτικής σημασίας μετάλλου για την κατασκευή ημιαγωγών. Επίμονη εν μέσω πανδημίας, η έλλειψή τους έχει ήδη επιφέρει τεράστιο πλήγμα σε μια σειρά κλάδων της οικονομίας -και δη της αυτοκινητοβιομηχανίας- διεθνώς.
Πλουτίζοντας από τον πόλεμο
Το ράλι στις τιμές εμπορευμάτων, πανδημικό και πολεμικό, έχει εκτινάξει τα κέρδη της Nornickel στα ύψη. Όμως ο μεταλλευτικός κολοσσός -που διαθέτει κόμβους διανομής στο Αμβούργο και στο Ρότερνταμ, γραφείο πωλήσεων στο Τσουγκ της Ελβετίας και υποκατάστημα πωλήσεων στο Πίτσμπουργκ- δεν είναι η μοναδική πηγή πλούτου του… αγαπημένου της Δύσης Ποτάνιν.
Για την ακρίβεια, όσο δεν τον αγγίζουν, οι δυτικές κυρώσεις λειτουργούν υπέρ του. Ήδη αποτέλεσαν αφορμή για να μεγαλώσει κι άλλο την επιχειρηματική του αυτοκρατορία.
Καθώς η μια μετά την άλλη ξένες επιχειρήσεις εγκατέλειπαν τη Ρωσία και ο ίδιος καλούσε μέσω Telegram τον Πούτιν να μην προχωρήσει σε κατασχέσεις που «θα μας πάνε πίσω στο 1917», η
Interros Group -εταιρεία συμμετοχών ιδιοκτησίας του, με παρουσία και στη φαρμακοβιομηχανία- άρχισε να γιγαντώνεται στον χρηματοπιστωτικό τομέα.
Επαναγόρασε τη ρωσική τράπεζα Rosbank από τη Societe Generale, στην οποία την είχε πουλήσει την περασμένη δεκαετία. Στη νέα συναλλαγή, η γαλλική τράπεζα ανέφερε απώλειες 3,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Με άγνωστους όρους και τίμημα εν τω μεταξύ ο Ποτάνιν εξαγόρασε και την United Card Services: τον ρωσικό βραχίονα της αμερικανικής χρηματοοικονομικής τεχνολογικής εταιρείας Global Payments.
Ως… bonus, δε, απέκτησε το 35% στην TCS Group Holding, από τους μεγαλύτερους χρηματοοικονομικούς ομίλους στη Ρωσία και κάτοχο της online τράπεζας Tinkoff.
Επισήμως βγήκε προς πώληση υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες. Είχε πάντως προηγηθεί η δημόσια εναντίωση στον πόλεμο από τον δισεκατομμυριούχο ιδρυτή της, Όλεγκ Τίνκοφ.
Χωρίς να πει περαιτέρω, ο ίδιος ανέφερε ότι το αντίτιμο που έλαβε ήταν μόλις στο 3% της αξίας του μεριδίου του.
Πιστός, πλην… εξωστρεφής ολιγάρχης
Γόνος εύπορης και υψηλόβαθμης στο Κομμουνιστικό Κόμμα οικογένειας επί ΕΣΣΔ, ανδρωμένος στην περεστρόικα και μετέπειτα μετασοβιετικός μεγιστάνας, ο Βλαντίμιρ Ποτάνιν έχει επιδείξει ισχυρά ένστικτα επιχειρηματικής επιβίωσης.
Ανέβηκε γρήγορα στο «τρένο» των ιδιωτικοποιήσεων στη Ρωσία. Πάτησε μάλιστα και «γκάζι» ως ένας εκ των εμπνευστών του ξεπουλήματος της κρατικής περιουσίας με το πρόγραμμα «δάνεια έναντι μετοχών».
Έτσι απέκτησε το μερίδιό του στην Nornickel και την εύνοια του Μπόρις Γιέλτσιν, επί προεδρίας του οποίου υπηρέτησε μάλιστα και ως πρώτος αντιπρόεδρος της κυβέρνησης την περίοδο 1996-97.
Επέζησε επιχειρηματικά της ρωσικής οικονομικής κρίσης του 1998. Τα βρήκε με τον νέο πρόεδρο και πρώην κατάσκοπο της KGB, Βλαντίμιρ Πούτιν.
Με την πάροδο του χρόνου ο Ποτάνιν καλλιέργησε καλές και στενές σχέσεις με τη Δύση -αν και η πρώιμη συνεργασία του με τον ουγγρικής καταγωγής Αμερικανό μεγαλοεπενδυτή Τζορτζ Σόρος στα τέλη της δεκαετίας του ‘90 δεν είχε καλή κατάληξη.
Αρκετά χρόνια αργότερα, έγινε ο πρώτος (και μοναδικός μέχρι σήμερα) Ρώσος μεγιστάνας που προσυπέγραψε την πρωτοβουλία The Giving Pledge του Αμερικανικού μεγαλοεπενδυτή Γουόρεν Μπάφετ και του πρώην ζεύγους Μπιλ και Μελίντα Γκέιτς, αναλαμβάνοντας έτσι τη δέσμευση να διαθέσει τουλάχιστον το ήμισυ της περιουσίας του σε φιλανθρωπικούς σκοπούς.
Μέσω του δικού του φιλανθρωπικού ιδρύματος έχει κάνει διάφορες δωρεές: από το Κέντρο Κένεντι για τις Τέχνες του Θεάματος στην Ουάσιγκτον, έως το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και το πολιτιστικό Κέντρο Πομπιντού στο Παρίσι.
Υπήρξε επίσης μέλος της αμερικανικής «δεξαμενής σκέψης» Council of Foreign Relations (CFR) και του διοικητικού συμβουλίου του Ιδρύματος Σόλομον Ρ.Φ. Γκουγκενχάιμ με έδρα τη Νέα Υόρκη. Παραιτήθηκε πάντως από αμφότερα με την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
«Τα κεφάλια μέσα»
Πριν καν ξεσπάσει ο πόλεμος εν τω μεταξύ ο Ποτάνιν επαναπάτρισε κεφάλαια. Μετέφερε την Interros Capital, θυγατρική της Interros Group, από την Κύπρο στο νησί Ρούσκι στη Ρωσική Άπω Ανατολή, με δέλεαρ φορολογικά κίνητρα.
Ανακοίνωσε επενδύσεις στην περιοχή σε έργα υψηλής τεχνολογίας και νεοφυείς επιχειρήσεις, αλλά και τη δημιουργία ενός θέρετρου για «υπεύθυνη τουριστική ανάπτυξη» στη χερσόνησο Καμτσάκα.
Ανάλογο έργο είχε κάνει και στο Σότσι ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων του 2014, φτιάχνοντας ένα τεράστιο χιονοδρομικό κέντρο, το Rosa Khutor, που φιλοδοξούσε να μετατρέψει σε «ρωσική Κουρσεβέλ».
Σήμερα για… παν ενδεχόμενο φέρεται να έχει μεταφέρει μια από τις τρεις θαλαμηγούς του, τη Nirvana αξίας 300 εκατομμυρίων δολαρίων στο ασφαλές για τους Ρώσους ολιγάρχες καταφύγιο του Ντουμπάι.
Ακόμη όμως κι αν δεν μπει τελικά στη λίστα των κυρώσεων των ΗΠΑ και της ΕΕ, το πλήγμα μπορεί να έρθει από αλλού.
Η εκδίκηση της πρώην
Από το 2014 ο Ποτάνιν βρίσκεται στα δικαστήρια με την πρώτη και επί 31 χρόνια σύζυγό του, μητέρα των τριών (επί συνόλου πέντε) παιδιών του. Τη Ναταλία.
Στον αρχικό διακανονισμό της προσέφερε μηνιαίο επίδομα ύψους 250.000 δολαρίων και ακίνητα σε Μόσχα, Λονδίνο και Νέα Υόρκη. Η ίδια είπε ότι αυτό ήταν μόνο ένα κλάσμα από όσα της ανήκουν δικαιωματικά.
Σύμφωνα με τη ρωσική νομοθεσία, ο πλούτος που αποκτήθηκε κατά τη διάρκεια του γάμου πρέπει να μοιράζεται εξίσου. Κατά τη Ναταλία, δε, ο πραγματικός πλούτος του Ποτάνιν βρίσκεται σε offshore.
Έκτοτε έχει αρχίσει νομική μάχη για να αποκτήσει το μερίδιό της. Η διαμάχη έχει τώρα καταλήξει τώρα στο Ανώτατο Δικαστήριο του Λονδίνου.
Τα δικαστήρια της βρετανικής πρωτεύουσας γενικά θεωρούνται… δημοφιλής προορισμός για διακανονισμούς διαζυγίων υψηλού προφίλ. Και αυτός είναι από τους μεγαλύτερους.
Τώρα, ο Ρώσος κροίσος επιδιώκει να ανατρέψει απόφαση που άνοιξε τον δρόμο στη Ναταλία Ποτάνινα να διεκδικήσει το 50% της αξίας του μεριδίου του στην Nornickel. Το ποσό θα μπορούσε κάλλιστα να ξεπεράσει τα 7 δισεκατομμύρια δολάρια…