Η Σακελλαροπούλου απάντησε στην Τουρκία για την μη αναγνώριση του Δικαστηρίου της Χάγης
Ηχηρή απάντηση προς την Τουρκία έστειλε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου για τη μη αναγνώριση από την γείτονα της δικαιοδοσίας του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, κατόπιν ερώτησης που δέχθηκε από ανεξάρτητο Τούρκο Βουλευτή, μετά από την ομιλία της στην Ολομέλεια της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, στο Στρασβούργο.
Η κυρία Σακελλαροπούλου τόνισε ότι «η Ελλάδα έχει αναγνωρίσει την υποχρεωτική δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, σύμφωνα με το άρθρο 36 του καταστατικού του, ήδη από το 1994». Παράλληλα, υπενθύμισε ότι «το 2015, η χώρα μου ανανέωσε την αναγνώριση προβαίνοντας σε σχετική δήλωση και προσθέτοντας κάποιες συγκεκριμένες εξαιρέσεις, ακολουθώντας το παράδειγμα άλλων ευρωπαϊκών και μη κρατών. Αντιθέτως η Τουρκία, όπως γνωρίζουμε, δεν έχει αναγνωρίσει την ως άνω δικαιοδοσία του δικαστηρίου».
Στην ερώτησή του, ο Τούρκος Βουλευτής είχε ισχυριστεί ότι «το 2015 η Ελλάδα ανανέωσε κάποιες επιφυλάξεις, όσον αφορά τη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου για την αποστρατιωτικοποίηση, το εύρος του εθνικού εναερίου χώρου, την οριοθέτηση των χωρικών υδάτων και την αποκλειστική οικονομική ζώνη και υφαλοκρηπίδα. Νομίζετε, λοιπόν, ότι είναι δυνατόν να πάει στο Διεθνές Δικαστήριο τη στιγμή που η Ελλάδα εξακολουθεί να διατηρεί αυτές τις επιφυλάξεις; Δεν βρίσκετε ότι κάτι τέτοιο είναι ιδιαίτερα αντιφατικό;».
Η Ελλάδα εδώ και χρόνια δέχεται ένα δυσανάλογο βάρος μεταναστευτικής πίεσης
Απαντώντας σε άλλη ερώτηση Βουλευτού από το Λαϊκό Κόμμα της Νορβηγίας αναφορικά με την κατάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα, τις συνθήκες στα προσφυγικά κέντρα στα ελληνικά νησιά, καθώς τη συνεργασία με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η κυρία Σακελλαροπούλου επανέλαβε ότι η Ελλάδα αποτελεί ένα από τα κύρια σημεία εισόδου υπηκόων τρίτων χωρών και τόνισε ότι εξακολουθεί εδώ και χρόνια να δέχεται ένα δυσανάλογο βάρος μεταναστευτικής πίεσης, μεταναστευτικών ροών, ενώ σημείωσε ότι είναι ένα ζήτημα που αφορά όλους και γι’ αυτό δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί σε επίπεδο μόνο μιας χώρας ή μόνο των χωρών πρώτης εισόδου.
«Θα πρέπει να υπάρξει και σε αυτό η κατάλληλη αλληλεγγύη, παρόμοια με εκείνη που επέδειξαν τα κράτη της Ευρώπης στις προσφυγικές ροές που δημιουργήθηκαν από την Ουκρανία. Απαιτείται συνδυασμός ευθύνης και αλληλεγγύης. Χωρίς αυτό, δηλαδή μια κοινή απόφαση να αναλάβουμε όλοι κάποιο μέρος του βάρους, θα δυσκολευτούμε να προχωρήσουμε» είπε .
Ταυτόχρονα, έκανε λόγο για την ανάγκη αποτελεσματικής διαχείρισης των συνόρων, αλλά και για την ενίσχυση των επιστροφών και σημείωσε ότι δεν υπάρχει προς το παρόν καμία θετική εξέλιξη. Υπενθύμισε, επίσης, ότι «υπήρξε μία συμφωνία το 2016 μεταξύ της Τουρκίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Τουρκία όμως, με το πρόσχημα της πανδημίας, έχει σταματήσει να δέχεται επιστροφές. Το θέμα αυτό θα πρέπει να το δει και το Συμβούλιο και να υπάρξει ενιαία ευρωπαϊκή προσέγγιση. Ο καθένας πρέπει νομίζω να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που ανέλαβε, αν θέλουμε όλοι μαζί να συνεργαζόμαστε αρμονικά. Σχετικά εξάλλου ευρωπαϊκά σχέδια δράσης έχουν ήδη εκπονηθεί με χώρες προτεραιότητας, όπως το Μαρόκο, η Λιβύη, η Τυνησία και άλλες» κατέληξε.
Αναφορικά με τις συνθήκες διαβίωσης των προσφύγων/μεταναστών στη χώρα μας επισήμανε ότι «η Ελλάδα προσπάθησε να συνδυάσει την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων μεταναστών και προσφύγων, με μέριμνα όμως και για τις τοπικές κοινωνίες, που δέχθηκαν μεγάλη πίεση» και τόνισε «η Ελλάδα έθεσε ως στόχο στις προσπάθειές της τη δημιουργία ασφαλών και αξιοπρεπών χώρων υποδομής». Στο πλαίσιο αυτό, διευκρίνισε ότι «η Υπηρεσία Ασύλου εκδίδει πλέον αρκετά σύντομα αιτιολογημένες αποφάσεις και έχουμε υψηλό ποσοστό αποδοχής αιτήσεων.
Στο ζήτημα επίσης για τα ασυνόδευτα ανήλικα, έχει οριστεί ειδική γραμματέας του Υπουργείου, η οποία, σε συνεργασία με τους εισαγγελείς ανηλίκων, μεριμνά για την εξεύρεση κατάλληλης στέγης». Επικαλέστηκε και τις δικές της επισκέψεις σε αρκετές δομές φιλοξενίας, λέγοντας, ότι πολλές από αυτές δημιουργούνται με την υποστήριξη και άλλων κρατών μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης, της Εκκλησίας και της τοπικής κοινωνίας και χαρακτήρισε συγκινητική την ανταπόκριση του κόσμου, καθώς και το πόσο οι συνθήκες έχουν βελτιωθεί για τους ανθρώπους αυτούς.
«Ειλικρινά νομίζω ότι έχουν γίνει πολλά, αλλά βέβαια το θέμα αυτό είναι μία διαρκής διεκδίκηση. Ένα ζήτημα για το οποίο δεν θα πει ποτέ κανείς ότι δεν χρειάζονται άλλες βελτιώσεις. Υπάρχει εξάλλου και πολυσχιδής συνεργασία με άλλα κράτη. Προφανώς, και όπως είπα, πέρα από την αλληλεγγύη και την ευθύνη που πρέπει να επιδείξουμε, μια άλλη πτυχή είναι να αντιμετωπισθεί η μετανάστευση στα αίτιά της, εκεί που προκύπτει» τόνισε η Πρόεδρος.
Να μειώσουμε την εξάρτησή μας από τη Ρωσία σε όλους τους τομείς και κυρίως στην ενέργεια
Σε ερώτηση Βρετανού Βουλευτή της Συντηρητικής Ομάδας, σχετικά με το αν η πρώην γερμανική κυβέρνηση είχε άδικο όσον αφορά την εξάρτηση της οικονομίας της από τη Ρωσία, καθώς και όσον αφορά την επιβολή ιδιαίτερα αυστηρών μέτρων λιτότητας στον ελληνικό λαό προκαλώντας πολλά δεινά, από τα οποία η ελληνική οικονομία ακόμα να συνέλθει, η κυρία Σακελλαροπούλου δήλωσε ότι «η ιστορία θα κρίνει για την ορθότητα της πολιτικής που ακολούθησαν οι προηγούμενες γερμανικές κυβερνήσεις, τόσο για τα θέματα της ενεργειακής εξάρτησης από τη Ρωσία, όσο και για τον χειρισμό της χρηματοπιστωτικής κρίσης στην Ευρώπη. Η ιστορία θα κρίνει και την ορθότητα των πολιτικών των προηγούμενων ελληνικών κυβερνήσεων».
Ωστόσο, παρατήρησε ότι «τώρα βρισκόμαστε μπροστά σε έναν πόλεμο απίστευτης βαρβαρότητας που προσπαθεί να εξαλείψει έναν ολόκληρο λαό και έναν πολιτισμό, και σε μια σειρά από κρίσεις που ακολουθούν – κρίση ανθρωπιστική, κρίση ενεργειακή, κρίση επισιτιστική. Πιστεύω ότι πρέπει όλοι να επικεντρώσουμε τις προσπάθειές μας στο τι θα κάνουμε στο μέλλον και όχι να αποδώσουμε ευθύνες για το παρελθόν, που θα αποδοθούν όταν πρέπει. Πρέπει όλοι να συσπειρωθούμε και να βοηθήσουμε την Ουκρανία, να μειώσουμε την εξάρτησή μας – γιατί αφορά όλη την Ευρώπη – από τη Ρωσία σε όλους τους τομείς, και φυσικά κυρίως στην ενέργεια, και να αντιμετωπίσουμε τις κρίσεις που ανέφερα».
Υποστήριξε, ακόμη, ότι «ο αγώνας που δίνουν οι Ουκρανοί σήμερα είναι για τις αξίες όλων μας, στις οποίες πιστεύει η Ευρώπη, όλα τα κράτη μέλη, και πάνω στις οποίες ιδρύθηκε το Συμβούλιο της Ευρώπης: η προστασία της δημοκρατίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του κράτους δικαίου. Όταν υπερασπιστούμε όλα αυτά, υπάρχει χρόνος και για την ιστορία να διαδραματίσει τον δικό της ρόλο και να αποδώσει τις ευθύνες στο μέλλον».
Η Ελλάδα υποστηρίζει σθεναρά και διαχρονικά την ευρωπαϊκή διεύρυνση των Δυτικών Βαλκανίων
Κληθείσα από Ρουμάνα Βουλευτή της Συμμαχίας Φιλελεύθερων και Δημοκρατών για την Ευρώπη, να τοποθετηθεί αναφορικά με την διεύρυνση των Δυτικών Βαλκανίων και το πως προτίθεται η Ελλάδα να βοηθήσει προς αυτή την κατεύθυνση, η κυρία Σακελλαροπούλου τόνισε ότι «Η Ελλάδα υποστηρίζει σθεναρά και διαχρονικά την ευρωπαϊκή διεύρυνση και ιδίως προς την περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων. Όπως γνωρίζετε, στη Σύνοδο της Θεσσαλονίκης το 2003 είχε εκφραστεί το πιο ισχυρό μήνυμα υποστήριξης προς την κατεύθυνση αυτή. Και η Ελλάδα έκτοτε συμμετέχει ενεργά στη συνδιαμόρφωση όλων των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των αποφάσεων για το συγκεκριμένο ζήτημα».
Στο πλαίσιο αυτό, παρατήρησε ότι «είναι μια διαδικασία σύνθετη, που, όπως γνωρίζουμε, απαιτεί πολλά στάδια συμμόρφωσης, προσαρμογής, μια σειρά αποφάσεων. Η αλήθεια είναι ότι η πορεία ένταξης είναι αρκετά χρονοβόρα, περισσότερο ίσως από όσο θα ήθελε κανείς. Απαιτείται βέβαια η τήρηση των διαδικασιών και της αρχής, ότι ο καθένας θα προχωρήσει σύμφωνα με την αξία του».
Συνάμα, σημείωσε «Η ενταξιακή διαδικασία έχει το πρόσθετο ενδιαφέρον ότι είναι ένας ριζικός παράγοντας μετασχηματισμού της κοινωνίας, γιατί τα κράτη που είναι υποψήφια προς ένταξη λαμβάνουν αποφάσεις για τον εκδημοκρατισμό της κοινωνίας τους και για μέτρα που αφορούν το κράτος δικαίου, σύμφωνα με τις οδηγίες που παίρνουν από την Ευρωπαϊκή Ένωση προκειμένου να εκπληρώσουν τα κριτήρια της Κοπεγχάγης. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό, γιατί βοηθά όχι μόνο το υποψήφιο προς ένταξη κράτος αλλά την ευρύτερη περιοχή και τελικά θα είναι προς όφελος όλης της Ευρωπαϊκής Ένωσης όταν αυτή η διαδικασία ολοκληρωθεί».
Καταλήγοντας τόνισε ότι «Θα επιμείνω πάντως στο ότι η χώρα μου υποστηρίζει σθεναρά την ολοκλήρωση της διαδικασίας με την ένταξη και των Δυτικών Βαλκανίων, γιατί αυτό θα είναι για το καλό όχι μόνο της ευρύτερης περιοχής, αλλά και της Ε.Ε. Ελπίζω ότι η διαδικασία θα προχωρήσει με πιο ταχείς ρυθμούς. Έχουν γίνει μεταρρυθμίσεις, ήδη η Ελλάδα είναι σε στενή συνεργασία και παρέχει τεχνογνωσία όπου μπορεί στα υποψήφια κράτη, τα οποία είναι σε μεγάλο μέρος γειτονικά. Ελπίζουμε επομένως η διαδικασία αυτή να ευοδωθεί».
Στις ανοιχτές διαφωνίες μεταξύ των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, που δεν είναι ακόμα μέλη της ΕΕ αναφέρθηκε Βουλευτής της Σοσιαλιστικής Ομάδας της Βόρειας Μακεδονίας, ρωτώντας την Πρόεδρο της Δημοκρατίας «Ποιο είναι το μήνυμά σας προς τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων που έχουν ακόμα ανοιχτές διαφωνίες μεταξύ τους και που προσπαθούν να ενταχθούν στην ΕΕ;».
Από την πλευρά της, η κυρία Σακελλαροπούλου υποστήριξε ότι τα Δυτικά Βαλκάνια είναι μια σύνθετη και ιστορικά επιβαρυμένη περιοχή. «Υπάρχουν πολλά ανοικτά ζητήματα που έχουν τις ρίζες τους στο παρελθόν. Γι’ αυτό θα ήταν πολύ σημαντικό να ολοκληρωθεί η διαδικασία της ένταξης, θα εξομάλυνε πάρα πολύ πολλά από τα ζητήματα αυτά, αφού βεβαίως λυθούν όσα πρέπει να λυθούν. Αν μπορούσα να στείλω ένα μήνυμα, αυτό θα ήταν ότι χρειάζεται πολιτική βούληση, κουράγιο και ένα βλέμμα στραμμένο προς το μέλλον».
Πρόσθεσε, ακόμη, ότι «θα πρέπει να βρεθούν βιώσιμες και λειτουργικές λύσεις για να αντιμετωπιστούν όλα αυτά τα πολύπλοκα διακρατικά ζητήματα που αντιμετωπίζει η περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων». Μάλιστα, ανέφερε ότι «η πυξίδα γι’ αυτό, πιστεύω αναντίρρητα, είναι ο σεβασμός του διεθνούς δικαίου, που άλλωστε είναι και όρος sine qua non για να προχωρήσουμε για την οριστική επίλυση όλων των διενέξεων μεταξύ των κρατών. Και βέβαια αυτά τα ζητήματα είναι σκόπιμο να αντιμετωπίζονται στο πλαίσιο των υφιστάμενων θεσμικών διαδικασιών που σχετίζονται με την ευρωπαϊκή προοπτική των χωρών αυτών».
Η προστασία του περιβάλλοντος είναι εξαιρετικής σπουδαιότητας για όλους μας
Η Προστασία του Περιβάλλοντος και το δικαίωμα για ένα υγιές περιβάλλον, με ένα πρόσθετο Πρωτόκολλο στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ήταν μεταξύ των ερωτημάτων που τέθηκαν στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας από Βουλευτή της Σοσιαλιστικής Ομάδας του Βελγίου.
Η κυρία Σακελλαροπούλου υπογράμμισε ότι «η προστασία του περιβάλλοντος είναι εξαιρετικής σπουδαιότητας για όλους μας, είναι το μέλλον του πλανήτη. Και όπως όλοι γνωρίζουμε, η κλιματική κρίση, η κλιματική αλλαγή, ήταν ήδη παρούσα και απασχολούσε, προϊόντος του χρόνου, την κοινωνία και τους θεσμούς».
Ωστόσο, παρατήρησε ότι οι εξελίξεις με την πανδημία και η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, έχουν μετατοπίσει το ενδιαφέρον. «Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η κλιματική κρίση δεν εξακολουθεί να υπάρχει. Είναι παρούσα και θα πρέπει να αντιμετωπισθεί. Σε αυτό το πλαίσιο, το δικαίωμα του ανθρώπου σε ένα υγιές περιβάλλον είναι από τα πιο σημαντικά» παρατήρησε.
Αναφερόμενη στην Ελλάδα, υπενθύμισε ότι η χώρα μας, από την πρώτη στιγμή υπήρξε υπέρμαχος των προτάσεων της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης, προκειμένου να υπάρξει ένα πρόσθετο Πρωτόκολλο που να αναγνωρίζει το δικαίωμα στο περιβάλλον και, σε κάθε περίπτωση, να θεσπισθεί ένα νομικά δεσμευτικό όργανο, ώστε να δημιουργηθεί και η απαραίτητη νομική βάση, πάνω στην οποία θα εργάζεται το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
«Η θέση αυτή της Ελλάδας προέρχεται και από τη δική μας συνταγματική εμπειρία. Γιατί το ελληνικό Σύνταγμα, το δημοκρατικό Σύνταγμα του 1975, αμέσως μετά την πτώση της δικτατορίας, ήταν από τα λίγα την εποχή εκείνη που κατοχύρωνε ρητά το δικαίωμα στο περιβάλλον στις τρεις του μορφές: φυσικό, οικιστικό και πολιτιστικό» σημείωσε.
Ακολούθως ανέφερε ότι «αναγνωρίστηκε, λοιπόν το περιβάλλον ως ένα απτό δικαίωμα. Στη συνέχεια μάλιστα, για την εκδίκαση των περιβαλλοντικών υποθέσεων, δημιουργήθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας ένα ειδικό Τμήμα, στο οποίο υπηρέτησα για δεκαπέντε χρόνια, πριν γίνω Αντιπρόεδρος και στη συνέχεια Πρόεδρος του Δικαστηρίου.
Στην Ελλάδα επίσης πολύ νωρίς, ήδη από τη δεκαετία του ’80, υπήρχε νόμος-πλαίσιο για το περιβάλλον και νεότερος νόμος από το 2020». Τέλος, υπογράμμισε ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι πράγματι οικουμενικά, αδιαίρετα, αναφαίρετα, αλληλεξαρτώμενα και αλληλένδετα και το Συμβούλιο της Ευρώπης, εκτός από τη διασφάλιση της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, έχει έναν καθοριστικό ρόλο να παίξει στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων, στα οποία προεξάρχοντα ρόλο, εκτός από την τιμή και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου, έχει και η υγεία.
“Το ίδιο το δικαίωμα της ζωής, τελικά, είναι το δικαίωμα σε ένα υγιεινό περιβάλλον. Για τον λόγο αυτό θεωρώ ότι και ο ρόλος της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης είναι πολύ σημαντικός, γιατί πέρα από το νομοθετικό έργο, τις συστάσεις, τις οδηγίες και όλα τα άλλα κείμενα που μπορεί να προκύψουν, εσείς όλοι, οι εκπρόσωποι των εθνικών κοινοβουλίων, μπορείτε να διαδραματίσετε έναν πολύ σημαντικό παιδαγωγικό ρόλο μεταφέροντας τα μηνύματα από τα εθνικά κοινοβούλια ή αντίστροφα, ώστε να γίνεται αυτός ο πολύ ενδιαφέρων διάλογος και να τονίζουμε και να προωθούμε, με κάθε ευκαιρία, την υπόθεση της προστασίας του περιβάλλοντος» παρατήρησε.
Τα κοινοβούλια και το Συμβούλιο της Ευρώπης πρέπει να πιέζουν τις κυβερνήσεις, ώστε να λαμβάνονται αποφάσεις που μεριμνούν για τις ευάλωτες ομάδες
Ο Κύπριος Βουλευτής Γιώργος Λουκαΐδης, έθεσε στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας το θέμα της υλοποίησης στην πράξη του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού χάρτη, που έχει ξεκινήσει και είναι βασικός πυλώνας του Συμβουλίου της Ευρώπης, τόσο σε εθνικό, όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο .
Απαντώντας, η κυρία Σακελλαροπούλου επανέλαβε ότι οι ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού είναι αυτές που πλήττονται πάντα σε όλες τις κρίσεις, στην πανδημία, στην κλιματική κρίση, στην απειλούμενη τώρα επισιτιστική κρίση ή και στην ενεργειακή προεχόντως κρίση, που ήδη έχει επέλθει μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τόνισε ότι οι προσπάθειες όλων μας θα πρέπει να δίνουν έμφαση προς αυτή την κατεύθυνση και να υποστηρίζονται πάντα οι ομάδες αυτές.
«Αυτό που έχω γνωρίσει και από τη θητεία μου στο Δικαστήριο, στο Συμβούλιο της Επικρατείας, στο οποίο υπηρέτησα επί 40 σχεδόν χρόνια, είναι η τεράστια πρόοδος που έχει επιτευχθεί μέσα και από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου σε σχέση με την προστασία τόσο του περιβάλλοντος, όσο και των ευάλωτων ομάδων» παρατήρησε.
Υποστήριξε, επίσης, ότι «στην πολιτική υπάρχει πάντα ένα ζήτημα ισορροπιών των δυνάμεων, υπάρχει μια αντίδραση στο να λαμβάνονται ίσως πιο φιλόδοξες και τολμηρές αποφάσεις. Και κάθε φορά, όταν πρόκειται να ληφθούν αποφάσεις, πρέπει να βρίσκεται η αναγκαία ισορροπία. Υπήρξαν σημαντικές πρωτοβουλίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα στις προηγούμενες προεδρίες του Συμβουλίου της Ευρώπης, όπως θα υπάρξουν και στις επερχόμενες. Η Κοινοβουλευτική Συνέλευση -όπως και τα εθνικά κοινοβούλια- έχουν πάντα ένα πολύ σημαντικό ρόλο να διαδραματίσουν, γιατί ακριβώς εκφράζουν όλες τις τοπικές κοινωνίες κάθε χώρας. Θα πρέπει ίσως να περιμένουμε την επεξεργασία μιας σύστασης από τη Διευθύνουσα Επιτροπή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα για να δούμε τι αποφάσεις θα ληφθούν για το περιβάλλον».
Ως προς τις ευάλωτες ομάδες, υπογράμμισε ότι αυτό που νομίζω ότι μπορεί και πρέπει να γίνεται είναι να αναφερόμαστε συνεχώς σε αυτές, με κάθε τρόπο. «Κι εγώ από τη μεριά μου προσπαθώ να αναδεικνύω πάντοτε, να επισκέπτομαι μονάδες αστέγων, μονάδες κακοποιημένων γυναικών, όλες τις δομές για ευάλωτες μονάδες που λειτουργούν, και ευτυχώς πιστεύω, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες χώρες. Αυτό είναι άλλωστε η μεγάλη κατάκτηση της Δημοκρατίας, να προστατεύει τους ανθρώπους που είναι σε αδυναμία και να παίρνει μέτρα γι΄ αυτούς.
Γι’ αυτό λοιπόν, με τη μικρή μου συμβολή, προσπαθώ να αναδεικνύω αυτές τις πτυχές. Νομίζω γενικότερα ότι τα κοινοβούλια, ή και το Συμβούλιο εδώ, πρέπει να πιέζουν τις κυβερνήσεις, ώστε να λαμβάνονται αποφάσεις που μεριμνούν για τις ευάλωτες ομάδες. Αυτός, νομίζω, πρέπει να είναι ένας από τους σημαντικούς στόχους όλων μας σε μια δημοκρατία σήμερα» κατέληξε.
Τέλος, Βουλευτής της Συντηρητικής Ομάδας της Ουγγαρίας ρώτησε την κυρία Σακελλαροπούλου, «γιατί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αγνόησε το πρόβλημα του σεβασμού των δικαιωμάτων 50 εκατομμυρίων πολιτών που ανήκουν σε εθνικές και γλωσσικές μειονότητες, αγνόησε τη θέληση ενός εκατομμυρίου ψηφοφόρων του Minority Safe Pack. Η Ουκρανία ζήτησε καθεστώς υποψήφιας χώρας στην ΕΕ, όμως η ουγγρική μειονότητα υπόκειται σε καθημερινές φρικαλεότητες. Κατά την άποψή σας, εάν η Ουκρανία μπει στην ΕΕ, οι μειονότητες θα έχουν το δικαίωμα να χρησιμοποιήσουν τη γλώσσα τους;».
Απαντώντας, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας επισήμανε ότι κάθε χώρα, προκειμένου να ενταχθεί στην ΕΕ, πρέπει να πληροί τα κριτήρια της Κοπεγχάγης, στα οποία περιλαμβάνονται η σταθερότητα των θεσμών που εγγυώνται τη δημοκρατία, το κράτος δικαίου, τα δικαιώματα του ανθρώπου και την προστασία των μειονοτήτων.
«Σε αυτό το πλαίσιο και στο πλαίσιο των δεσμεύσεων που προκύπτουν από την επιθυμία ενός κράτους να ενταχθεί στην ΕΕ, επιβάλλεται η αποτελεσματική εφαρμογή των σχετικών κανόνων. Βεβαίως, για κάθε υποψήφιο προς ένταξη κράτος, υπάρχουν και ειδικές δεσμεύσεις, που απορρέουν από το εκάστοτε προκύπτον διαπραγματευτικό πλαίσιο. Και σ’ αυτό το συγκεκριμένο πλαίσιο νομίζω αντιμετωπίζονται και θα αντιμετωπισθούν και τα ζητήματα αυτά που έθεσε η κυρία βουλευτής» διευκρίνισε.
Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής της στο Συμβούλιο της Ευρώπης, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου συναντήθηκε με τον Πρόεδρο της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης Τίνι Κοξ, τη Γενική Γραμματέα του Συμβουλίου Μαρία Πεϊτσίνοβιτς – Μπούριτς, τον Πρόεδρο του Κογκρέσου Περιφερειακών και Τοπικών Αρχών Λέντερτ Φέρμπεκ και την Επίτροπο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης Ντούνια Μιγιάτοβιτς .