Κουμουνδούρου: Γιατί στον ΣΥΡΙΖΑ βλέπουν φθινοπωρινή… “απόδραση” Μητσοτάκη
Τα προβλήματα σωρεύονται με καταιγιστικό ρυθμό στην οικονομία και στην Κουμουνδούρου θεωρούν πλέον δεδομένο ότι ο πρωθυπουργός θα «υποκύψει» τελικά σε όσους από το περιβάλλον του τον συμβουλεύουν να βρει γρήγορα διέξοδο στις κάλπες και σε ένα περιβάλλον μεγαλύτερης δυνατής ασφάλειας για τη ΝΔ και τον ίδιο. Για τον Αλέξη Τσίπρα το στοίχημα σε αυτή την περίπτωση είναι η απάλειψη κάθε φαινομένου εσωστρέφειας και τα στελέχη να κάνουν δική τους υπόθεση την στρατηγική νίκης του ΣΥΡΙΖΑ.
Του Σωτήρη Μπολάκη
Ο Αλέξης Τσίπρας μπορεί με τις κινήσεις του στην πρώτη συνεδρίαση της νέας ΚΕ να πραγματοποίησε ακόμη έναν αιφνιδιασμό για τις τάσεις και τα κορυφαία στελέχη και πολύ καλά δουλεμένο αρκετούς μήνες πριν το αποτέλεσμα της εσωκομματικής κάλπης, ωστόσο οι κινήσεις του έχουν ακόμη και αυτή την ώρα την έννοια της ομογενοποίησης του κόμματος κάτω από τις 5 + 1 προτάσεις του Συνεδρίου για τη συγκρότηση της επόμενης προοδευτικής κυβέρνησης.
Πρωτίστως δηλαδή στοχεύει στη δημιουργία ενός κλίματος στην Κουμουνδούρου με μόνο στόχο όλα τα σφυριά να βαράνε στην ίδια κατεύθυνση και με τον ίδιο ρυθμό.
Οι παρασκηνιακές διεργασίες για την κατανομή των νέων ρόλων στο κόμμα είναι σε εξέλιξη και ο στόχος δεν είναι άλλος από την δημιουργία συνθηκών ομοιογένειας στο εσωτερικό που θα τονώσει και την εικόνα του κόμματος προς τα έξω. Να βλέπει δηλαδή ο κάθε ψηφοφόρος που δυσφορεί με την κυβέρνηση της ΝΔ ότι υπάρχει μια συγκροτημένη εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης και ένα ισχυρό κόμμα που δεν ταλανίζεται από εσωτερικές έριδες κορυφών.
Το στοίχημα αυτό είναι και το κλειδί για την εξωστρέφεια του κόμματος, η οποία είναι και η αχίλλειος πτέρνα του ΣΥΡΙΖΑ στο δρόμο προς τη δημοσκοπική πρώτα ανάκαμψη του κόμματος.
Κάτω από το ραντάρ
Τη βεβαιότητα της προσφυγής στις κάλπες φούντωσε και μια διάταξη του Υπουργού Εσωτερικών η οποία πέρασε χθες κάτω από τα κομματικά ραντάρ.
- Την ώρα δηλαδή που ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλούσε για εξάντληση της τετραετίας ο Μάκης Βορίδης κατέθεσε νομοσχέδιο στο οποίο περιέχονται και οι διατάξεις για την εκλογική διαδικασία και τα οικονομικά των κομμάτων, των συνασπισμών κομμάτων και των υποψηφίων βουλευτών και αιρετών ένα χρόνο νωρίτερα…
Είναι φανερό ότι ο κ. Βορίδης δεν αυτενέργησε για ένα τόσο σημαντικό ζήτημα, όταν μάλιστα έχει προηγηθεί και ένα υπουργικό συμβούλιο πολύ πρόσφατα και ενώ οργιάζουν οι φήμες για εκλογική ετοιμότητα στον κομματικό μηχανισμό του κυβερνώντος κόμματος και γρήγορη επιστροφή από τις καλοκαιρινές διακοπές.
Απόδραση
Ο Αλέξης Τσίπρας βλέπει τις κάλπες εγγύτερα από ποτέ και όσο κι αν τις διαψεύδει ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης τόσο τα σενάρια φουντώνουν με τους περισσότερους να τις τοποθετούν ακόμη και στο τέλος Σεπτεμβρίου ίσως και νωρίτερα μέσα στο μήνα.
- «Εμείς βιαζόμαστε» ήταν η φράση που χρησιμοποίησε για να δείξει το επείγον του πράγματος εξαιτίας των μεγάλων προβλημάτων στην οικονομία εξαιτίας τις ασφυκτικής ακρίβειας για νοικοκυριά, νέους και μικρούς και μεσαίους επιχειρηματίες.
Σε κάθε περίπτωση η ακρίβεια και η εκρηκτική άνοδος των καυσίμων και των προϊόντων βασικής κατανάλωσης στα super market, τα μεταφορικά κόστη και η ενεργειακή φτώχεια θα υπερκεράσουν την όποια προσπάθεια επικοινωνιακής εκμετάλλευσης των όποιων θετικών δεικτών στην οικονομία.
Το rebound στην οικονομία και η θεαματική άνοδος του ΑΕΠ δεν θα είναι ικανό να καλύψει τη δυσφορία και τη δυσπραγία των μισθωτών ενώ τα όποια πρόσθετα μέτρα με βάση και την παραδοχή των ίδιων των κυβερνώντων θα κινούνται στα όρια του δημοσιονομικά εφικτού.
- «Ένα πράγμα με ανησυχεί: τι θα παραλάβουμε ξανά, αυτό με ανησυχεί μόνο. Θεωρώ ότι κάθε μέρα που περνάει, είναι και μια μέρα που ξοδεύεται χρήσιμος χρόνος και κρίσιμοι πόροι που θα μπορούσαν να διοχετευτούν στο να στηριχθεί η κοινωνία».
Αυτή η απάντηση που επιμένει να δίνει ο κ. Τσίπρας στο ερώτημα των πρόωρων εκλογών – το Σεπτέμβριο δεν είναι πια και τόσο πρόωρες – είναι και το έμμεσο μήνυμα που καλλιεργεί στη δική του στρατηγική απέναντι στη ΝΔ, ότι δηλαδή ο κ. Μητσοτάκης σχεδιάζει ήδη την απόδρασή του στον πλέον ευνοϊκότερη συγκυρία για τον ίδιο, αλλά κυρίως για το κόμμα του.
Ελιγμοί
Α. ΣΡΟΪΤΕΡ: Εκτός αν είναι πρόθυμος να συνεργαστεί με τον κ. Μητσοτάκη σε μια κυβέρνηση.
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Ξέρω ένα καλύτερο ανέκδοτο να σας πω, αλλά μόλις τελειώσουμε.
Αυτή η στιχομυθία ήταν που έβαλε το αλατοπίπερο στην παρουσία του Αλέξη Τσίπρα στην εκδήλωση του Πρώτου Θέματος για την υγεία.
Ωστόσο ο κ. Τσίπρας ξάφνιασε όταν επεκτάθηκε στην αναγκαιότητα των κυβερνήσεων συνεργασίας και συγκεκριμένα για τον Νίκο Ανδρουλάκη δίνοντας μια μάλλον θεσμική απάντηση για τον τρόπο με τον οποίο συγκροτούνται αυτές οι κυβερνήσεις επικαλούμενος τα πρότυπα της Ευρώπης.
- «Έρχεται η λαϊκή ετυμηγορία, διαμορφώνεται το ρεύμα με βάση τη λαϊκή βούληση και έρχονται τα πολιτικά κόμματα να προτείνουν στη βάση πολιτικών προγραμμάτων».
Ήταν μια σαφώς λιγότερο πιεστική τοποθέτηση απέναντι στον κ. Ανδρουλάκη αποφεύγοντας να θέσει και πάλι το δίλημμα ότι «αργά ή γρήγορα θα πρέπει να τοποθετηθεί».
Ο ελιγμός είναι φανερός από την πλευρά του πρώην Πρωθυπουργού ωστόσο η άμβλυνση της πίεσης στο ΠΑΣΟΚ έχει επέλθει ουσιαστικά από τη στιγμή που ο κ. Τσίπρας έχει διαμηνύσει ότι δεν βλέπει ως αντίπαλό του τον κ. Ανδρουλάκη.
Για να δώσει μάλιστα ακόμη περισσότερο χώρο και να απευθύνει το κάλεσμά του σημείωσε ότι το «υγειές σε αυτές τις κυβερνήσεις συνεργασίας είναι να μην είναι ανάμεσα στους δυο βασικούς πόλους του πολιτικού συστήματος, που έχουν ιδεολογικές και προγραμματικές διαφορές πολύ μεγάλες, αλλά να είναι ανάμεσα σε ένα από τους δυο πόλους, με διάφορα άλλα κόμματα τα οποία καθορίζουν την στρατηγική τους βεβαίως και με βάση τα αποτελέσματα των εκλογών».
Ειδικά το τελευταίο στοιχείο της λαϊκής εντολής και της δύναμης που θα έχει ένα μικρότερο κόμμα είναι και ένα από τα βασικά επιχειρήματα του πρόεδρου ΠΑΣΟΚ για να απαντήσει στις πιεστικές ερωτήσεις με ποιόν θα συνεργαστεί.
Σημαντικό πάντως ποιοτικό στοιχείο για τη συζήτηση που θα ανοίξει για τα καλά το επόμενο διάστημα είναι και το εύρημα της ΚαππαResearch στο ερώτημα τις είδους πολιτικό σύστημα και κυβερνήσεις επιθυμούν οι ερωτηθέντες οι οποίοι απάντησαν σε ποσοστό 48% ότι είναι του πολυκομματισμού και των κυβερνήσεων συνεργασίας έναντι του 41% που επιθυμεί ένα γνήσιο δικομματικό πολιτικό σύστημα.