Αθηνά Λινού για την ευλογιά των πιθήκων: Είναι αδύνατο να μην εμφανιστεί και στην Ελλάδα – Τι πρέπει να προσέχουμε
Ενημέρωση, επαγρύπνηση και προσοχή είναι τα «κλειδιά» για την αντιμετώπιση της άγνωστης στους περισσότερους ευλογιάς των πιθήκων, που εμφανίστηκε αρχές Μαρτίου σε χώρες πέραν της Αφρικής, όπου η νόσος είναι ενδημική, προκαλώντας ανησυχία και θέτοντας σε ετοιμότητα τα υγειονομικά συστήματα. «Να μην ανησυχεί αλλά να προσέχει ο κόσμος», αναφέρει με έμφαση στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η καθηγήτρια Επιδημιολογίας στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ, Αθηνά Λινού, θεωρώντας «απίθανο να μην εμφανιστεί κρούσμα και στην Ελλάδα». Γι αυτό δίνει έμφαση στους τρόπους μετάδοσης, τα συμπτώματα και τα μέτρα προστασίας, τονίζοντας ότι η ιχνηλάτηση των επαφών, ο γρήγορος εντοπισμός νέων κρουσμάτων και η απομόνωση, είναι οι παράγοντας που θα σπάσουν την αλυσίδα μετάδοσης.
Συνολικά 19 χώρες, εκτός Αφρικής έχουν επιβεβαιώσει τουλάχιστον ένα κρούσμα. Ο συνολικός αριθμός των κρουσμάτων που εντοπίστηκαν από το ECDC,έχει σχεδόν πενταπλασιαστεί από την πρώτη καταμέτρησή του στις 20 Μαΐου και από 38 έφτασαν στα 219 τα κρούσματα, με τα 191 να εντοπίζονται στην Ευρώπη.
«H εμφάνισή της στην Ευρώπη δεν είναι κάτι συνηθισμένο, δεν έχουμε ερμηνεία γιατί συνέβη, υπάρχουν εικασίες και επομένως είναι λογικό να ανησυχούμε μέχρι να μάθουμε πώς έγινε», αναφέρει η κ. Λινού.
Θεωρεί «απίθανο να μην έχουμε κανένα κρούσμα στην Ελλάδα, εκτός και αν μπορέσουμε τις επόμενες ημέρες να εξαλείψουμε τη νόσο, αλλά πλέον είναι σε 19 χώρες. Πώς θα μπορέσουν αυτές οι χώρες να βρουν τις επαφές των 200 κρουσμάτων που έχουν;» αναρωτιέται.
Αναφορικά με τη μεταδοτικότητα τονίζει ότι ακόμα δεν «γνωρίζουμε την μεταδοτικότατα αυτής της μορφής που κυκλοφορεί σήμερα στην Ευρώπη. Βλέπουμε ότι κάθε 2 με 3 μέρες διπλασιάζονται τα κρούσματα οπότε πρέπει να πάρουμε άμεσα μέτρα», υπογραμμίζει. Εκτιμά ότι «υπάρχουν περισσότερα κρούσματα», καθώς όπως αναφέρει «η ευλογιά των πιθήκων, όπως και η ανθρώπινη ευλογιά, κάνει περίπου δύο εβδομάδες για να έχει ορατά συμπτώματα. Άρα όποιοι έχουν κολλήσει σήμερα θα δούμε τα περιστατικά αυτά τις επόμενες δύο εβδομάδες».
- Κυριότεροι τρόποι μετάδοσης είναι μέσω αναπνευστικής οδού (βήχας, φτάρνισμα, παρατεταμένη επαφή πρόσωπο με πρόσωπο), μέσω επαφής με μολυσμένα άτομα, τα ρούχα τους, τα σεντόνια τους ή τα σωματικά τους υγρά. Ο ιός εισέρχεται στο σώμα, μέσω δερματικών βλαβών (ορατών ή αόρατων) των βλεννογόνων (μάτια, μύτη, στόμα).
«Πρόβλημα θα υπάρχει αν βρεθούμε πρόσωπο με πρόσωπο με κάποιον που βήχει έντονα, καθώς τα σταγονίδια μπορεί να έρθουν στο πρόσωπό μας. Αν καθίσουμε κάπου ή ακουμπήσουμε που πριν καθόταν κάποιος με σπυριά ανοιχτά στο σώμα του, τα οποία είναι ιδιαίτερα μολυσματικά», αναφέρει η κ. Λινού. Δεν χρησιμοποιούμε την ίδια πετσέτα, δεν φοράμε τα ρούχα άλλου, δεν ξαπλώνουμε σε ένα κρεβάτι που δεν είμαστε 100% σίγουροι ότι άλλαξαν τα σεντόνια και δεν καθόμαστε σε χώρους με γυμνά πόδια και χέρια.
Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί σε επιφάνειες που αγγίζουμε συχνά (πχ πόμολα) και στις τουαλέτες.
Στην Ελλάδα, αναφέρει η κ. Λινού δεν έχουμε κρούσματα, επομένως, θεωρούμε ότι καμία επιφάνεια δεν είναι μολυσμένη. Αν όμως εντοπιστεί κρούσμα τότε πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί.
Ο βασικός κανόνας είναι φοράμε μάσκα όταν είμαστε πολύ κοντά με κάποιους, να πλένουμε τα χέρια σας με σαπούνι και νερό τακτικά ή να χρησιμοποιούμε αλκοολούχο αντισηπτικό. «Οι μάσκες και τα αντισηπτικά βοηθάνε, αλλά αν έχουμε ακάλυπτα μέρη του σώματος, λόγω καλοκαιριού πρέπει να προσέχουμε ο ιός μεταδίδεται και από το δέρμα», υπογραμμίζει η καθηγήτρια.
- «Μετάδοση δεν γίνεται κατά τη διάρκεια της επώασης, αλλά όταν βγουν τα πρώτα σπυράκια που καμιά φορά τα πρώτα εμφανίζονται μέσα στο στόμα και το πρόσωπο. Τότε έχουμε μετάδοση», σημειώνει η κ. Λινού. Μάλιστα όπως αναφέρει τα σημάδια από το πρόσωπο δεν φεύγουν ποτέ. Οποιοδήποτε εξάνθημα πρέπει να κινητοποιήσει τον ασθενή. Επίσης στα συμπτώματα καταγράφεται ο πολύ υψηλός πυρετός και διογκωμένοι λεμφαδένες και αυτό διαφοροποιεί την ευλογιά των πιθήκων από την ανεμοβλογιά. Η κ. Λινού υπογραμμίζει ότι δεν είναι απλή αρρώστια, έχει θνητότητα 1 με 10%, ανάλογα με τις συνθήκες.
Αν υπάρξουν περιστατικά πρέπει να απομονωθούν αμέσως σε ειδικούς χώρους και όλοι οι άνθρωποι που ήρθαν σε επαφή να εμβολιαστούν, διότι το εμβόλιο λειτουργεί ακόμα και μετά από δύο με τρεις μέρες, αναφέρει η κ. Λινού.
Προσθέτει ότι οι άνθρωποι που δεν έχουν εμβολιαστεί σαφώς κινδυνεύουν περισσότερα. «Ακόμα και πριν 50 χρόνια να έχει εμβολιαστεί κάποιος έχει κάποια μορφή ανοσίας», ωστόσο ξεκαθαρίζει ότι δεν χρειάζεται να εμβολιαστεί ο γενικός πληθυσμός. Ειδικό εμβόλιο έναντι του ιού της ευλογιάς των πιθήκων ως σήμερα δεν υπάρχει ωστόσο, το εμβόλιο έναντι της ευλογιάς αναμένεται να παρέχει προστασία. Πρέπει να είμαστε σε επαγρύπνηση και ετοιμότητα, σημειώνει η καθηγήτρια, καθώς «ο κόσμος δεν γνωρίζει πως να προφυλαχθεί από αυτή την ασθένεια και κανένας σύγχρονος γιατρός δεν έχει δει περιστατικό με την ευλογιά των πιθήκων».
Προτείνει ταχύρρυθμα σεμινάρια σε όλους τους γιατρούς που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν τέτοια περιστατικά, καταγραφή μονάδων αρνητικής πίεσης, ώστε να ξέρουμε που θα νοσηλεύσουμε με ασφάλεια τους ασθενείς και προμήθεια εμβολίων σε μικρή ποσότητα για τις ομάδες που θα χρειαστούν άμεσα εμβολιασμό. Ο εμβολιασμός μπορεί να γίνει, μετά από έκθεση σε άτομα που είχαν στενή επαφή με κρούσμα και ιατρονοσηλευτικό προσωπικό. Η χορήγηση του εμβολίου θα πρέπει να γίνει εντός 4 ημερών από την έκθεση.