Ουκρανία: Ο “γρίφος” με τους S-400 της Τουρκίας- Γιατί η Άγκυρα είναι εξαιρετικά δύσκολο να δεχθεί την πρόταση των ΗΠΑ
Η αποκάλυψη των Ν.Υ Times, σύμφωνα με την οποία η Ουάσιγκτον έχει προτείνει στην Άγκυρα να δώσει το ρωσικό σύστημα S-400 που προμηθεύτηκε το 2019 στην Ουκρανία με αντάλλαγμα την απεμπλοκή της από το σύστημα κυρώσεων που θα της επιτρέψει να συμμετάσχει στο πρόγραμμα προμήθειας (και συμπαραγωγής) των μαχητικών αεροσκαφών F-35, δημιουργεί, ως φαίνεται, νέα δεδομένα ως προς την προσπάθεια του Ταγίπ Ερντογάν να προσφέρει τις διαμεσολαβητικές του προσπάθειες, ενώ, ταυτόχρονα, διατηρεί στάση “επιτήδειας ουδετερότητας” σχετικά με την ρωσική εισβολή.
Ανάλυση: Σεραφείμ Κοτρώτσος
Σύμφωνα με το δημοσίευμα οι Ηνωμένες Πολιτείες πρότειναν στην Τουρκία να στείλει στην Ουκρανία ως αεράμυνα συστοιχίες των ρωσικών αντιαεροπορικών/αντιπυραυλικών συστημάτων S-400 που η Άγκυρα έχει στην κατοχή της.
Σε αντάλλαγμα στο «τραπέζι» μπαίνει η προοπτική η Τουρκία να επιστρέψει στο πρόγραμμα των F-35, από το οποίο είχε εκδιωχθεί ακριβώς επειδή είχε προχωρήσει στην αγορά των ρωσικών S-400. Κάτι τέτοιο, βέβαια, θα σήμαινε ότι θα «τορπιλιζόταν» η σχέση της Τουρκίας με τη Ρωσία αφού θα έπαιρνε το μέρος της Ουκρανίας ενώ ο πόλεμος είναι σε πλήρη εξέλιξη.
“Ο νέος πόλεμος ανάγκασε έναν εκ νέου υπολογισμό σε άλλα μέτωπα. Σε ένα παράδειγμα, Αμερικανοί αξιωματούχοι διατύπωσαν την ιδέα ότι η κυβέρνηση της Τουρκίας θα παράσχει στην Ουκρανία το εξελιγμένο αντιαεροπορικό σύστημα S-400. Είναι το ίδιο το σύστημα, που κατασκεύασε η Ρωσία, που Αμερικανοί αξιωματούχοι τιμώρησαν την Τουρκία — σύμμαχο του ΝΑΤΟ — επειδή αγόρασε από τη Μόσχα πριν από αρκετά χρόνια. Τώρα οι Αμερικανοί διπλωμάτες βλέπουν έναν τρόπο να απομακρύνουν την Τουρκία από τον χορό της με τη Ρωσία — και να δώσουν στους Ουκρανούς ένα από τα πιο ισχυρά αντιαεροπορικά συστήματα μεγάλης εμβέλειας που υπάρχουν.”, αναφέρει η έγκυρη αμερικανική εφημερίδα που θεωρείται πως έχει σημαντικές προσβάσεις στους κύκλους του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ.
Η συγκεκριμένη κίνηση συνδυάζεται, αναμφίβολα, με την παρότρυνση κρατών-μελών του ΝΑΤΟ που διαθέτουν ρωσικά οπλικά συστήματα (κυρίως αεράμυνας) να ενισχύσουν με αυτά τις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις, υπό την εντεινόμενη πίεση του Βολοντομίρ Ζελένσκι για συνδρομή του ΝΑΤΟ. Ο Τζο Μπάϊντεν έχει αποκλείσει μέχρι σήμερα την πιθανότητα επιβολής ζώνης απαγόρευσης πτήσεων, ή οποιαδήποτε άλλη ενέργεια που θα μπορούσε να εμπλέξει άμεσα τις νατοϊκές δυνάμεις στον πόλεμο της Ουκρανίας, υπό τον κίνδυνο μιας ανεξέλεγκτης επέκτασης της σύρραξης και την μετατροπή της σε έναν πόλεμο ΝΑΤΟ-Ρωσίας.
Το θέμα με τους S-300
Ήδη Σλοβακία, Βουλγαρία και Ελλάδα φέρεται να έχουν δεχθεί αμερικανική πρόταση για αποστολή του συστήματος S300 που διαθέτουν. Η Σλοβακία εμφανίζεται να την έχει αποδεχθεί. Το συγκεκριμένο σύστημα που διαθέτει η Βουλγαρία είναι σχεδόν απαξιωμένο επιχειρησιακά, εξαιτίας της κατάστασης των βουλγαρικών ενόπλων δυνάμεων, στην Ελλάδα, ωστόσο, είναι απόλυτα ενεργό και σε εξαιρετική επιχειρησιακή κατάσταση, όπως επισημαίνουν στρατιωτικοί αναλυτές. Ωστόσο, σύμφωνα με τις πληροφορίες, η Αθήνα δεν εξετάζει ένα τέτοιο ενδεχόμενο που θα υπερέβαινε κατά πολύ την αποστολή αμυντικού υλικού (καλάσνικοφ) και θα ενέπλεκε άμεσα τη χώρα μας.
Οι σκέψεις νατοϊκών κύκλων είναι πως αυτά τα συστήματα θα μπορούσαν να μεταφερθούν σε κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ και όχι απευθείας στην Ουκρανία, κατά πάσα πιθανότητα στην Πολωνία, και να επιχειρούν από εκεί.
Την ίδια ώρα, η πρόταση της Ουάσιγκτον στην Τουρκία δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά σχετικά με την σκοπιμότητα μιας τέτοιας κίνησης.
Η Άγκυρα δεν έχει απαντήσει έως τώρα επίσημα στο “διακριτικό” αμερικανικό αίτημα, διπλωματικοί και στρατιωτικοί αναλυτές θεωρούν, ωστόσο, πως κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά δύσκολο να συμβεί, δεδομένου ότι θα διακινδύνευε την προσπάθεια του Ερντογάν να ισορροπήσει μεταξύ της Δύσης και της Ρωσίας.
Στρατιωτικοί κύκλοι, βεβαίως, επισημαίνουν πως οι S-400 που έχει προμηθευτεί η Τουρκία από τη Ρωσία δεν θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν χωρίς το “πιστοποιητικό χρήσης” που παρέχει σε αυτές τις περιπτώσεις ο κατασκευαστής- εν προκειμένω η ρωσική εταιρεία κατασκευής. Υπό την έννοια αυτή και εφόσον ευσταθεί αυτή η προσέγγιση, το αμερικανικό αίτημα προς την Άγκυρα δρα περισσότερο ως πίεση και επικοινωνιακά και όχι επί της ουσίας.
Αυτός είναι πιθανότατα και ο στόχος των ΗΠΑ: να αναγκάσει, δηλαδή, την Τουρκία να εγκαταλείψει την αμφισημία της και να ενταχθεί πλήρως στο δυτικό μπλοκ. Ο ρόλος της Τουρκίας θεωρείται εξαιρετικά κρίσμος, όχι μόνο σήμερα που η κρίση βρίσκεται σε εξέλιξη, ή σε τυχόν επιδείνωσή της, αλλά και σε μία πιθανή “επόμενη μέρα” μετά από διπλωματική διευθέτηση, ιδιαίτερα εάν η Ρωσία εντάξει τα ουκρανικά εδάφη προς την Μαύρη Θάλασσα και την Αζοφική, οπότε η Τουρκία θα διαθέτει, πλέον, κοινά θαλάσσια σύνορα με την Ρωσία.
Η μεταφορά, δηλαδή, του γεωπολιτικού πεδίου στη Μαύρη Θάλασσα αναβαθμίζει την σημασία της Τουρκίας.
Ο Ταγίπ Ερντογάν θα επιχειρήσει να αποφύγει μία τέτοια εξέλιξη, καθώς θα εμπλακεί άμεσα στην κρίση και πιθανότατα θα χάσει τις φιλικές σχέσεις που διαθέτει τώρα με τον Βλαντιμίρ Πούτιν.
Δεν είναι βέβαιο πως οι ΗΠΑ θα επιμείνουν μέχρι τέλους σε μία τέτοια πρόταση, με αντάλλαγμα την άρση των συνεπειών του νόμου CAATSA για την Τουρκία, ιδιαίτερα επειδή θα εκδηλωθεί μπλοκ αντίστασης στο Κογκρέσο, υπό τον γερουσιαστή Μενέντεζ.
Αποτελεί, όμως, ένα σημαντικό σημείο καμπής που θα αποκαλύψει τις πραγματικές προθέσεις του Ταγίπ Ερντογάν να διατηρεί ανοικτούς διαύλους επικοινωνίας και συνεργασίας με τη Μόσχα.
O νόμος CAATSA και η απειλή των κυρώσεων
Την επιβολή κυρώσεων εναντίον της Τουρκίας για την απόκτηση του ρωσικού συστήματος S-400 προβλέπει το νομοσχέδιο για τον αμυντικό προϋπολογισμό (NDAA) του 2021 . Το νομοσχέδιο αποφαίνεται ότι η απόκτηση των S-400 συνιστά μια «σημαντική συναλλαγή» (λεκτικό του νόμου CAATSA). Ως εκ τούτου ζητά να εφαρμοστούν οι προβλέψεις του νόμου CAATSA (Νόμος για την Αντιμετώπιση των Αντιπάλων της Αμερικής Μέσω Κυρώσεων) και να επιβληθούν τουλάχιστον πέντε κυρώσεις μέσα σε 30 μέρες από την υπογραφή του.
«Η απόκτηση από την κυβέρνηση της Τουρκίας του συστήματος αεροπορικής άμυνας S-400 από τη Ρωσική Ομοσπονδία που ξεκινά στις 12 Ιουλίου 2019, αποτελεί ‘σημαντική συναλλαγή’ όπως περιγράφεται στην ενότητα 231 του νόμου CAATSΑ…Το αργότερο εντός 30 ημερών μετά την ημερομηνία θέσπισης του παρόντος νόμου (αμυντικός προϋπολογισμός για το 2021), ο πρόεδρος πρέπει να επιβάλλει πέντε ή περισσότερες από τις κυρώσεις που περιγράφονται στο άρθρο 235 του Νόμου CAATSA σε σχέση με κάθε άτομο που εν γνώσει ασχολήθηκε με την απόκτηση του συστήματος αεροπορικής άμυνας S-400», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Το νομοσχέδιο προβλέπει ότι μετά το πέρας ενός χρόνου ο πρόεδρος μπορεί να ακυρώσει τις κυρώσεις υπό την προϋπόθεση ότι θα πιστοποιήσει στις αρμόδιες επιτροπές του Κογκρέσου ότι:
-η κυβέρνηση της Τουρκίας και κάθε πρόσωπο που ενεργεί για λογαριασμό της δεν κατέχει πλέον το σύστημα αεροπορικής άμυνας S-400 ή ένα σύστημα που το έχει διαδεχθεί.
-κανένας υπάλληλος της Ρωσικής Ομοσπονδίας ή πρόσωπα που ενεργούν για λογαριασμό της κυβέρνησης της Ρωσικής Ομοσπονδίας ή του αμυντικού τομέα της Ρωσικής Ομοσπονδίας δεν λειτουργούν ούτε συντηρούν εντός της Τουρκίας κανένα σύστημα αεροπορικής άμυνας S-400 ή σύστημα που το έχει διαδεχθεί.
-ο πρόεδρος έλαβε αξιόπιστες διαβεβαιώσεις από την κυβέρνηση της Τουρκίας ότι αυτή δεν θα εμπλέκει εν γνώσει της ή δεν θα επιτρέψει σε οποιονδήποτε ξένο να συμμετάσχει εκ μέρους της στην άσκηση οποιασδήποτε δραστηριότητας για την επαναπόκτηση του συστήματος αεροπορικής άμυνας S-400 που υπόκειται σε κυρώσεις σύμφωνα με το άρθρο 231 του νόμου CAATSA.
Από την πλευρά του, ο γερουσιαστής Ρόμπερτ Μενέντεζ εξέφρασε την ικανοποίηση του, λέγοντας
«είμαι απίστευτα περήφανος που βοήθησα να διασφαλιστεί η συμπερίληψη μιας διάταξης στον αμυντικό προϋπολογισμό (NDAA) για να πραγματοποιήσει αυτό που ο Πρόεδρος Τραμπ αρνήθηκε να κάνει: επίσημα καθορίζει εκ μέρους της κυβέρνησης των ΗΠΑ ότι η Τουρκία παρέλαβε ρωσικά αμυντικά συστήματα S-400 και επομένως θα τιμωρηθεί βάσει του ισχύοντος νόμου».