Kρίστιαν Λίντνερ: Ο νέος “τσάρος” της γερμανικής οικονομίας
Ο 42χρονος Λίντνερ ο «διάδοχος του Σόιμπλε» στην ευρωζώνη όπως ήδη τον χαρακτηρίζουν πολλοί, αναλαμβάνει ένα χαρτοφυλάκιο πανίσχυρο, που έχει τον πρώτο λόγο στην κατάρτιση του εθνικού προϋπολογισμού αλλά και τεράστια επιρροή και εκτός Γερμανίας.
Ο επικεφαλής του φίλα προσκείμενου στους επιχειρηματικού κύκλους κόμματος των Φιλελευθέρων Δημοκρατών (FDP) υπόσχεται με το «καλημέρα» ότι η νέα κυβέρνηση συνασπισμού του Βερολίνου θα παραμείνει «υπέρμαχος σταθερότητας» επί των ημερών του.
Πολλοί επιφανείς οικονομολόγοι, όπως ο Τζόζεφ Στίγκλιτς και ο Άνταμ Τουζ, έχουν ασκήσει δριμεία κριτική στις θέσεις και απόψεις του Λίντνερ και φτάσει σε σημείο να προειδοποιήσουν ότι ενδεχόμενη υπουργοποίηση του θα σημάνει μία μοιραία απειλή για το ευρώ. Άλλοι τον κατηγορούν ότι δεν έχει καν το βιογραφικό για τη δουλειά αφού δεν έχει εργαστεί ποτέ πέρα από την πολιτική καθώς επίσης οι συνάδελφοι του τον αποκαλούν περιφρονητικά «Μπάμπι» (από το ελαφάκι).
Τόσο το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) όσο και οι Πράσινοι, οι νέοι σύμμαχοι του FDP, είχαν υποσχεθεί ωστόσο στους ψηφοφόρους μεγαλύτερη ευελιξία όσον αφορά το δανεισμό και τα δημόσια ελλείμματα για τη χρηματοδότηση επενδύσεων σε υποδομές και «πράσινη οικονομία».
Ο Λίντνερ δήλωσε πρόσφατα στην καθημερινή εφημερίδα Frankfurter Allgemeine (FAZ) ότι καθήκον της επόμενης κυβέρνησης είναι να «ενεργοποιήσει τις ιδιωτικές επενδύσεις και να εργαστεί για μια δίκαιη ισορροπία ιδιωτικού και δημοσίου». Εν μέσω της αυξανόμενης συζήτησης στην ΕΕ για νέους δημοσιονομικούς κανόνες και μια πιο αυστηρή οικονομική και νομισματική ένωση, ο Λίντνερ επαναλαμβάνει διαρκώς ότι θα υπερασπιστεί τα «γερμανικά συμφέροντα».
Μεταξύ αυτών, λέει είναι ο «εφάπαξ χαρακτήρας» του σχεδίου ανάκαμψης για την Covid-19, το οποίο συγχρηματοδοτείται από ομόλογα που έχουν εκδοθεί από την ΕΕ «Το ταμείο ανάκαμψης, σωστά, χαρακτηρίστηκε ως εξαίρεση», είπε στην FAZ. «Δεν υπάρχει συνταγματικά ασφαλής πλειοψηφία [των δύο τρίτων] για μια δημοσιονομική ένωση στην Bundestag. Θα συμβούλευα να αποφύγουμε τις κερδοσκοπικές συζητήσεις, εφόσον τα [πρωτότυπα] 750 δισεκατομμύρια ευρώ δεν έχουν καν χρησιμοποιηθεί».
Απέρριψε τη συζήτηση για ένα παρόμοια δομημένο ταμείο για τις επενδύσεις για το κλίμα ως «καθεστώς επιδοτήσεων που χρηματοδοτείται από τους φορολογούμενους και θα οδηγούσε σε αναποτελεσματικές επενδύσεις».
Ο Λίντνερ εντάχθηκε στο FDP το 1995. Είναι μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής του κόμματος στην Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία από το 1998 και έγινε Γενικός Γραμματέας το 2004 (έως τον Φεβρουάριο του 2010. Στις εκλογές του Μαΐου 2000 για το Κοινοβούλιο της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, ο 21χρονος Λίντνερ εξελέγη, γινόμενος έτσι ο νεότερος βουλευτής στην ιστορία του τοπικού κοινοβουλίου της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας[24]. Ο Λίντνερ ήταν από το 2000 αρχικά «εκπρόσωπος Διαγενεακών Υποθέσεων, Οικογένειας και Ενσωμάτωσης» και στη συνέχεια από το 2005 έως το 2009 ήταν επίσης αντιπρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας FDP στο κοινοβούλιο και εκπρόσωπος για θέματα Καινοτομίας, Επιστήμης και Τεχνολογίας. Το 2007 έγινε μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής του FDP σε ομοσπονδιακό επίπεδο.
Από το 2009 ο Λίντνερ υπηρέτησε ως μέλος του γερμανικού κοινοβουλίου (Bundestag). Κατά τις διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού μετά τις ομοσπονδιακές εκλογές του 2009, ήταν μέλος της αντιπροσωπείας του FDP στην ομάδα εργασίας για τις οικογένειες, την ένταξη των μεταναστών και τον πολιτισμό.
Από τον Δεκέμβριο του 2009 έως την ανεπάντεχη παραίτησή του τον Δεκέμβριο του 2011, ο Λίντνερ ήταν επίσης Γενικός Γραμματέας του FDP σε ομοσπονδιακό επίπεδο, κυρίως υπό την ηγεσία του προέδρου του κόμματος Γκίντο Βεστερβέλε και αργότερα υπό τον Φίλιπ Ρέσλερ μετά την παραίτηση του Βεστερβέλε. Η παραίτηση του Λίντνερ προκλήθηκε από εσωτερική κομματική ψηφοφορία, η οποία προκλήθηκε από μια ομάδα γύρω από τον Ευρωσκεπτικιστή βουλευτή Φρανκ Σέφλερ, προκειμένου να καθοριστεί η μελλοντική πορεία του κόμματος σε ζητήματα που σχετίζονται με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM).
Ο Λίντνερ αργότερα επιλέχθηκε ως πρόεδρος του FDP στις κρατιδιακές εκλογές της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας το 2012, μετά τον Daniel Bahr. Στις εκλογές αυτές το FDP έλαβε το 8,6% των ψήφων, ξεπερνώντας όλες τις προσδοκίες εκείνη τη στιγμή, καθώς το κόμμα αγωνιζόταν συνολικά σε ομοσπονδιακό επίπεδο για να φθάσει την ελάχιστη εκπροσώπηση του 5% και έχασε την εκπροσώπησή του σε πολλά κρατίδια. Μετά την νίκη του κόμματος σε αυτές τις εκλογές εξελέγη κοινοβουλευτικός ηγέτης του FDP στο τοπικό κοινοβούλιο και εργάστηκε στην αντιπολίτευση. Τον Μάρτιο του 2013 εξελέγη ένας από τους αντιπροέδρους του Ρέσλερ.