Ξημερώματα 28ης Οκτωβρίου 1940: Η Ελλάδα σε πόλεμο – Το ιταλικό τελεσίγραφο και το “ΟΧΙ” που δεν ειπώθηκε ποτέ
Όλα άρχισαν σε ένα γραφείο, κι όλα τέλειωσαν σε ένα βουνό. Αίμα, πόνος, νεκροί χιλιάδες, ακρωτηριασμένοι, άστεγοι, κεραυνοβολημένοι από τον πόλεμο! Όλα ήταν γνωστά σε πολλούς μήνες πριν. «Οι πληροφορίες που έχουμε είναι ότι μια από τις ερχόμενες τρεις μέρες θα μας επιτεθεί η Ιταλία. Θα αντισταθούμε»! Ο πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς ήταν ξεκάθαρος μιλώντας το πρωινό της 25ης Οκτωβρίου 1940 στην κλειστή συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου. Η χώρα ήταν με το ένα πόδι στον πόλεμο και λίγες μέρες μετά θα έμπαινε με ολόκληρο το κορμί της.
Εκείνο το βράδυ στις 25 Οκτωβρίου έγιναν τα εγκαίνια της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Το επιβλητικό κτίριο που σχεδίασε ο φημισμένος Γερμανός αρχιτέκτονας Ερνέστος Τσίλλερ θα παλλόταν σε λίγες ώρες από τους ήχους της εξαίσιας μουσικής του Πουτσίνι. Η όπερα «Μαντάμα Μπάτερφλάι» θα άνοιγε την αυλαία.
Την επόμενη μέρα, Σάββατο 26 Οκτωβρίου, ο Ιταλός πρέσβης στην Ελλάδα Εμανουέλε Γκράτσι παρέθεσε δεξίωση προς τιμήν των αξιωματούχων που είχαν παρακολουθήσει την παράσταση. Ο Ελληνας πρωθυπουργός απουσίαζε από τη δεξίωση. Οι μόνοι που παρέστησαν, κατ’ εντολήν του Μεταξά, ήταν ο υφυπουργός Εξωτερικών και ο υφυπουργός Τύπου και Τουρισμού. Αυτοί θα θαυμάσουν στην κεντρική σάλα της πρεσβείας μια τεράστια τούρτα που έγραφε πάνω «VIVA LA GRECIA». Ειρωνικό; Σίγουρα πικρόχολο αν αναλογιστούμε όσα έγιναν λίγες μόνον ώρες αργότερα.
Ο Εμανουέλε Γκράτσι, όταν χαμήλωσαν τα φώτα κι έμεινε μόνος, άνοιξε έναν φάκελο και διάβασε προσεκτικά το κείμενο. Ήταν η διακοίνωση που έπρεπε να επιδώσει στον Μεταξά. Οι Ιταλοί ζητούσαν ξεκάθαρα την παράδοση της Ελλάδας, διαφορετικά ο στρατός τους θα εισέβαλλε στη χώρα.
Το ρολόι δείχνει 02:50 της 28ης Οκτωρβίου όταν ο Εμανουέλε Γκράτσι έφθασε στην Κηφισιά, στην έπαυλη του Μεταξά. Ο φρουρός ειδοποιεί τον υπαξιωματικό της υπηρεσίας ασφαλείας κι αυτός με τη σειρά του τον αρχιφύλακα που κάλεσε τον πρωθυπουργό, ο οποίος εκείνη την ώρα κοιμόταν. Τον ενημερώνουν ότι τον ζητάει επειγόντως ο Γάλλος πρέσβης… Ο φρουρός της εισόδου της οικίας είχε μπερδέψει τα χρώματα της σημαίας του υπηρεσιακού αυτοκινήτου που περιμένει στην είσοδο.
Ο Μεταξάς, φορώντας μια σκούρα μάλλινη ρόμπα «απ’ τον γιακά της οποίας φαινόταν ένα μετριότατο νυχτικό», όπως θα αναφέρει αργότερα στο ημερολόγιο του ο Γκράτσι, κατέβηκε και άνοιξε την πόρτα. Με το που είδε τον Γκράτσι κατάλαβε. Κάθισαν σε ένα μικρό σαλονάκι και ο Ιταλός πρέσβης του έδωσε τον φάκελο.
Ο Μεταξάς φόρεσε τα γυαλιά του και διάβασε προσεκτικά το κείμενο.
«Κύριε Πρόεδρε, έχω εντολή να σας ανακοινώσω ότι εις περίπτωσιν μη αποδοχής των όρων τους οποίους αναγνώσατε, τα ιταλικά στρατεύματα θα εισβάλουν εις την Ελλάδα την έκτην πρωινήν», διακόπτει την ανάγνωση του Μεταξά ο Γκράτσι. Ο Μεταξάς, σηκώθηκε – όπως περιγράφουν και οι δυο στα ημερολόγια τους – και κοιτώντας τον Γκράτσι του απάντησε: «Κύριε Πρέσβη, το περιεχόμενον του τελεσιγράφου και ο τρόπος κατά τον οποίον μου επεδόθη σημαίνουν κήρυξιν πολέμου εκ μέρους της Ιταλίας». Ο Γκράτσι τον διακόπτει: «Αν δώσετε διαταγήν εις τα στρατεύματά σας να αφήσουν εις τα ιταλικά ελευθέραν την δίοδον…». Και ο Μεταξάς παίρνει τον λόγο εκνευρισμένος:
«Δεν πρόκειται να δώσω καμμίαν διαταγήν εις τα στρατεύματάν μας να αφήσουν εις τα ιταλικά ελευθέραν την δίοδον. Αλλά προσέξατε! Και αν ακόμη επρόκειτο να την δώσω, που δεν θα την δώσω, η ώρα είναι τρεις και μισή. Πρέπει να ενδυθώ, να κατέβω εις τα Αθήνας, να εξυπνήσω τον Βασιλέα ο οποίος είναι εις το Τατόι, να φέρω τον Υπουργό των Στρατιωτικών και τον Αρχηγόν του Επιτελείου, οι οποίοι όλοι κοιμούνται, να εξυπνήσω στρατιωτικούς, υπαλλήλους, τηλεγραφητάς και να κατορθώσω να φθάση η απόφασίς μας προ της έκτης πρωινής εις τα προκεχωρημένα φυλάκια των συνόρων μας. Αυτό πρακτικώς είναι αδύνατον. Σας το λέω, όχι διά να νομίσετε ότι θα έδιδα ποτέ μια τοιούτου είδους διαταγήν, αλλά διά να εννοήσετε ότι γνωρίζω ότι η Ιταλία, μη καταλείπουσα ουδεμίαν εκλογήν μεταξύ συρράξεως και ειρήνης, κηρύσσει εις την Ελλάδα τον πόλεμον. Alors. C’ est la guerre». Alors. C’ est la guerre λοιπόν που σημαίνει Πολύ καλά, λοιπόν. Έχομεν πόλεμον… Αυτά καταγράφει ο Ιταλός διπλωμάτης στο ημερολόγιό του.
Το τελεσίγραφο που επιδόθηκε στον Μεταξά ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940 είχε συνταχθεί από τον υπουργό Εξωτερικών του Βασιλείου της Ιταλίας, Γκαλεάτσο Τσάνο, και είχε εγκριθεί από τον 40ό πρωθυπουργό της γειτονικής χώρας και δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι, χωρίς να έχει λάβει γνώση ο Αδόλφος Χίτλερ.
Το κείμενο της διακοίνωσης ανέφερε τα εξής:
«Η ουδετερότης της Ελλάδος (σ.σ. στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο που είχε ξεσπάσει επισήμως από τον Σεπτέμβριο του 1939) απέβη ολονέν και περισσότερον απλώς και καθαρώς φαινομενική. Η ευθύνη διά την κατάστασιν ταύτην πίπτει πρωτίστως επί της Αγγλίας και επί της προθέσεώς της όπως περιπλέκη πάντοτε άλλας χώρας εις τον πόλεμον. Η Ιταλική Κυβέρνησις θεωρεί έκδηλον ότι η πολιτική της Ελληνικής Κυβερνήσεως έτεινε και τείνει να μεταβάλη το ελληνικόν έδαφος, ή τουλάχιστον να επιτρέψη όπως το ελληνικόν έδαφος μεταβληθή εις βάσιν πολεμικής δράσεως εναντίον της Ιταλίας. Τούτο δεν θα ηδύνατο να οδηγήση εις μίαν ένοπλον ρήξιν μεταξύ της Ιταλίας και της Ελλάδος, ρήξιν την οποίαν η Ιταλική Κυβέρνησις έχει πάσαν πρόθεσιν να αποφύγη. Όθεν, η Ιταλική Κυβέρνησις κατέληξεν εις την απόφασιν να ζητήση από την Ελληνικήν Κυβέρνησιν – ως εγγύησιν διά την ουδετερότητα της Ελλάδος και ως εγγύησιν δια την ασφάλειαν της Ιταλίας – το δικαίωμα να καταλάβη δια των ενόπλων αυτής δυνάμεων, δια την διάρκειαν της σημερινής προς την Αγγλίαν ρήξεως, ωρισμένα στρατηγικά σημεία του ελληνικού εδάφους. Η Ιταλική Κυβέρνησις ζητεί από την Ελληνικήν Κυβέρνησιν όπως μη εναντιωθή εις την κατάληψιν ταύτην και όπως μη παρεμποδίση την ελευθέραν διέλευσιν των στρατευμάτων των προοριζομένων να την πραγματοποιήσωσι. Τα στρατεύματα ταύτα δεν παρουσιάζονται ως εχθροί του ελληνικού λαού και η Ιταλική Κυβέρνησις δεν προτίθεται ποσώς, δια της προσωρινής κατοχής στρατηγικών τινών σημείων, επιβαλλομένης υπό της ανάγκης των περιστάσεων και εχούσης καθαρώς αμυντικόν χαρακτήρα, να θίξη οπωσδήποτε την κυριαρχίαν και την ανεξαρτησίαν της Ελλάδος.
Η Ιταλική Κυβέρνησις ζητεί από την Ελληνικήν Κυβέρνησιν όπως δώση αυθωρεί εις τας στρατιωτικάς αρχάς τας αναγκαίας διαταγάς ίνα η κατοχή αυτή δυνηθή να πραγματοποιηθή κατά ειρηνικόν τρόπον. Εάν τα ιταλικά στρατεύματα ήθελον συναντήση αντίστασιν, η αντίστασις αυτή θα καμφθή δια των όπλων και η Ελληνική Κυβέρνησις θα έφερε τας ευθύνας, αι οποίαι ήθελον προκύψη εκ τούτου. Αθήναι τη 28η Οκτωβρίου 1940/ΧΙΧ».
Η απόφαση της Ελλάδας να αντισταθεί προκαλεί αυθημερόν εκδηλώσεις θαυμασμού, κυρίως στη Μεγάλη Βρετανία και τις χώρες της Κοινοπολιτείας. Σταδιακά αρχίζουν να καταφθάνουν δεκάδες μηνύματα συμπαράστασης, με πρώτο αυτό του βασιλιά της Αγγλίας Γεώργιου ΣΤ’, που τονίζει: «Η υπόθεσίς σας είναι και ιδική μας υπόθεσις». Στο ίδιο μήκος κύματος και το τηλεγράφημα του Τσόρτσιλ: «Θα σας παράσχομεν όλην την δυνατήν βοήθειαν μαχόμενοι εναντίον του κοινού εχθρού και θα μοιρασθώμεν την κοινήν νίκην».
Οι ΗΠΑ, που ήταν εκτός πολέμου, εξέφρασαν απλώς τη λύπη τους δια του Προέδρου Ρούζβελτ, ενώ η Σοβιετική Ένωση παρέμεινε «άφωνη», αφού δεσμευόταν από το Σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότοφ. Σε αντίθεση, ο Τουρκικός Τύπος δεν φείσθηκε διθυραμβικών επαίνων για το «ΟΧΙ». Η «Ικδάμ» έγραφε στις 29 Οκτωβρίου «Ζήτω η Ελλάς! Είμαστε υπερήφανοι, που έχουμε σύμμαχο ένα τέτοιο έθνος», ενώ η «Βακίτ» ανέφερε την Ελλάδα ως «αλησμόνητο για όλο τον κόσμο παράδειγμα γενναιότητας».