Η ώρα της κάλπης στη Γερμανία: Τα σενάρια για τις μετεκλογικές συμμαχίες – Κλειδί η αύξηση της δύναμης των “Πρασίνων” και η… σφήνα του Die Linke
Οι Γερμανοί προσέρχονται σήμερα στις κάλπες σε μια αναμέτρηση που παρακολουθεί ολόκληρη η Ευρώπη. Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις οι Σοσιαλδημοκράτες του Όλαφ Σολτς διατηρούν ένα μικρό προβάδισμα, έναντι των δύο αδελφών κομμάτων της Χριστιανικής Ένωσης. Το βέβαιο είναι ότι σήμερα θα έχουμε τέλος εποχής για τη Μέρκελ η οποία μετά από 16 χρόνια στην καγκελαρία αποχωρεί από το πολιτικό προσκήνιο.
Ωστόσο, δεν αποκλείεται λόγω του περίπλοκου εκλογικού συστήματος της Γερμανίας μπορεί να περάσουν μήνες μέχρι το σχηματισμό του επόμενου κυβερνητικού συνασπισμού.
Στις δημοσκοπήσεις αυτής της εβδομάδας, όπως μεταδίδει η Deutsche Welle, τα ποσοστά του SPD κυμαίνονται μεταξύ 24% και 26% και των Xριστιανικών Kομμάτων μεταξύ 21% και 25%. Στις περισσότερες όμως έρευνες η ποσοστιαία διαφορά των δύο πολιτικών δυνάμεων κινείται εντός του «στατιστικού λάθους», που είναι, ανάλογα με το ινστιτούτο δημοσκοπήσεων, 2,5%-3%.
- Ο επικεφαλής και υποψήφιος καγκελάριος της CDU, Άρμιν Λάσετ έκανε χθες την τελευταία του προεκλογική εμφάνιση με την Μέρκελ στο πλευρό του στην ιδιαίτερη πατρίδα του, το Άαχεν. Η απερχόμενη «σιδηρά κυρία» της Γερμανίας τόνισε ότι το διακύβευμα των σημερινών εκλογών είναι η διατήρηση της «σταθερότητας» και η διασφάλιση «ότι η νεολαία θα έχει μέλλον και θα μπορούμε να ζούμε με ευημερία», στόχοι τους οποίους, όπως τόνισε, ο Λάσετ έδειξε στη διάρκεια της πολιτικής του σταδιοδρομίας ότι μπορεί να κυνηγήσει με «καρδιά και πάθος».
- Ο Σοσιαλδημοκράτης Όλαφ Σολτς επέλεξε την εκλογική του περιφέρεια στο Πότστνταμ για το φινάλε της προεκλογικής του καμπάνιας. Στην ομιλία του επέμεινε στο βασικό του σύνθημα της αύξησης του κατώτατου ωρομισθίου στα 12 ευρώ την πρώτη χρονιά της θητείας της νέας κυβέρνησης. Παράλληλα αναφέρθηκε στις ανησυχίες πολλών ψηφοφόρων για την κλιματική αλλαγή – έτερο θέμα που κυριάρχησε στην προεκλογική εκστρατεία -.
Τι δείχνουν οι δημοσκοπήσεις
H τελευταία δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Allensbach που δόθηκε στη δημοσιότητα την Παρασκευή έδωσε ένα ισχνό προβάδισμα μιας ποσοστιαίας μονάδας στο SPD του Σολτς (26%) έναντι της κεντροδεξιάς (25%), ενώ και σε άλλες σφυγμομετρήσεις η ψαλίδα ήταν πολύ μικρή και μέσα στα όρια του στατιστικού λάθους.
Ακόμη κι αν επιβεβαιωθούν σήμερα στις κάλπες οι δημοσκοπήσεις, τα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας θα αποτελούν σκιά της εκλογικής δύναμης που αντιπροσώπευαν στην ακμή τους τη δεκαετία του 1970, όταν μοιράζονταν περίπου το 90% των ψήφων. Το αποτέλεσμα απόψε αναμένεται να σηματοδοτήσει την ευρύτερη κατανομή μεταξύ κομμάτων των εδρών της Μπούντεσταγκ από οποιαδήποτε άλλη εκλογική αναμέτρηση στη σύγχρονη ιστορία της Γερμανίας και το SPD ή η Χριστιανική Ένωση των CDU/CSU θα χρειαστεί, όπως όλα δείχνουν τη στήριξη άλλων δύο κομμάτων για να εξασφαλίσουν κυβερνητική πλειοψηφία, αφού θεωρείται απίθανο το σενάριο ενός νέου μεγάλου συνασπισμού, που κυβέρνησε τη Γερμανία την τελευταία οκταετία.
Ο σχηματισμός της επόμενης κυβερνητικής συμμαχίας μπορεί να διαρκέσει από εβδομάδες έως και μήνες καθώς η Γερμανία αναμένεται να διερευνήσει με την ησυχία της τις ασυνήθιστες δυναμικές ενός μεταβαλλόμενου πολιτικού τοπίου. Η νέα Βουλή θα πρέπει να συνεδριάσει εντός ενός μηνός από τις εκλογές (26 Οκτωβρίου το αργότερο), αλλά δεν υπάρχει χρονικό όριο για τη συγκρότηση του κυβερνητικού συνασπισμού. Μετά την αναμέτρηση του 2017 χρειάστηκαν πέντε μήνες για να αποκτήσει τη νέα της κυβέρνηση η Γερμανία και δεν αποκλείεται η Άνγκελα Μέρκελ να βρίσκεται ακόμη στο πόστο της στην καγκελαρία μέχρι τα Χριστούγεννα.
Τα σενάρια
- Τις διαπραγματεύσεις για το νέο κυβερνητικό συνασπισμό ξεκινά ο υποψήφιος του κόμματος που συγκέντρωσε τις περισσότερες ψήφους στις εκλογές κι οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι αυτός ενδέχεται να είναι ο Όλαφ Σολτς, που είχε στα χέρια του το τιμόνι της γερμανικής οικονομίας στη διάρκεια της πανδημίας ως υπουργός Οικονομικών, ενώ οι επιθυμητοί εταίροι του SPD, οι Πράσινοι ενδέχεται να διπλασιάσουν τον αριθμό των εδρών τους στη Βουλή.
SPD και Πράσινοι δεν αποκλείεται να συμπράξουν με τους Φιλελεύθερους και να επιχειρήσουν –παρά τα φρένα που θα θελήσουν να βάλουν οι τελευταίοι – μια στροφή της οικονομικής ατζέντας της Γερμανίας προς τα αριστερά σε θέματα αύξησης των κοινωνικών δαπανών και της φορολόγησης των πλουσιότερων καθώς οι πολιτικοί ηγέτες επιμένουν στην ψηφιοποίηση και σε φιλικές προς το κλίμα πολιτικές και η αγωνία για τυχόν σώρευση κρατικού χρέους δείχνει κάπως να υποχωρεί. Σύμφωνα με τον Κάρστεν Μπερζέσκι, επικεφαλής μακροοικονομικής έρευνας της ING, «η συμμετοχή Πρασίνων και Φιλελευθέρων σε κυβερνητικό συνασπισμό θα φέρει τις πιο φρέσκιες, καινοτόμες δυνάμεις που είχε εδώ και καιρό κυβέρνηση στη Γερμανία».
Τραπεζικοί κολοσσοί επισημαίνουν ότι κάθε άλλο παρά σίγουρη είναι η έκβαση των μετεκλογικών διαβουλεύσεων των κομμάτων για τη συγκρότηση της νέας κυβερνητικής συμμαχίας στη Γερμανία, καλώντας τους επενδυτές να προετοιμάζονται για δύο πιθανά σενάρια: έναν συνασπισμό Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και Φιλελευθέρων, ή μια οριακή νίκη των CDU/CSU υπό τον Λάσετ, που θα χρειαστούν να συμπράξουν επίσης με τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους.
- Το πρώτο σενάριο θα συνιστούσε μια στροφή προς τα αριστερά, αλλά όχι τόσο δραματική όσο αν στη συμμαχία μετείχε στη θέση των Φιλελευθέρων το αριστερό Die Linke, εξέλιξη που θα αιφνιδίαζε πιθανώς αγορές και επενδυτές.
Όποιο σχήμα κι αν προκύψει από τις διαβουλεύσεις, θα επιφορτιστεί με τη διαχείριση της ανάκαμψης της γερμανικής οικονομίας από την πανδημία, που σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία δείχνει να χάνει κάπως ατμό, εξέλιξη που ίσως ασκήσει πίεση στη νέα ηγεσία της χώρας να χαλαρώσει τους σκληρούς δημοσιονομικούς κανόνες για να προχωρήσει σε δαπάνες στην εγχώρια οικονομία.
Η Γερμανία είχε υιοθετήσει στο Σύνταγμα του 2009 το λεγόμενο «φρένο του χρέους», που περιόριζε τον κρατικό δανεισμό μετά την οικονομική κρίση, αλλά λόγω της πανδημίας οι κανόνες αυτοί μπήκαν στον πάγο μέχρι το 2023 επιτρέποντας την αύξηση του χρέους της χώρας – το ποσοστό του οποίου έναντι του ΑΕΠ έφθασε το 70% την περασμένη χρονιά. Οι Φιλελεύθεροι αποζητούν επαναφορά των αυστηρών μέτρων, ενώ οι Πράσινοι επιδιώκουν μια μονιμότερη χαλάρωση των κανόνων για το χρέος και προμηνύεται σκληρό μπρα-ντε-φερ, πόσω μάλλον που ο αρχηγός του FDP, Κρίστιαν Λίντνερ εποφθαλμιά το υπουργείο Οικονομικών…