Απαραίτητη η τρίτη δόση εμβολίου mRNA σε ευπαθείς ομάδες – Τι δείχνουν τα αποτελέσματα δύο μελετών
Οι ασθενείς με μεταμόσχευση οργάνων έχουν κακή ανοσοαπόκριση στα εμβόλια COVID-19. Έτσι, ο επανασχεδιασμός, από τις αρμόδιες αρχές, στρατηγικών εμβολιασμού για την προστασία αυτού του ευάλωτου πληθυσμού από τη μόλυνση από SARS-CoV-2 είναι ζωτικής σημασίας. Συγκεκριμένα, έχει παρατηρηθεί μειωμένη ανοσολογική απάντηση μετά από δύο δόσεις ενός mRNA εμβολίου έναντι του SARS-CoV-2 σε ασθενείς μετά από μεταμόσχευση συμπαγών οργάνων. Έχουν, επίσης, περιγραφεί πολλά περιστατικά σοβαρής λοίμωξης COVID-19 σε τέτοιους ασθενείς μετά την ολοκλήρωση του εμβολιασμού τους.
Της Ρούλας Σκουρογιάννη
Αυτό οδήγησε τις γαλλικές αρχές υγείας να προτείνουν μία τρίτη δόση εμβολίου στους ασθενείς αυτούς.
Καθώς οι ευπαθείς ομάδες είναι εκείνες που κινδυνεύουν περισσότερο από σοβαρή λοίμωξη από τον ιό SARS-COV-2, νοσηλεία και πιθανή εισαγωγή σε ΜΕΘ, θα πρέπει και στη χώρα μας να εξεταστούν εκείνες οι συμπληρωματικές στρατηγικές εμβολιασμού που θα οδηγήσουν στην ασφαλέστερη κάλυψη των ομάδων αυτών μέσω του εμβολίου.
- «Η Επιτροπή Εμβολιασμού πρέπει τάχιστα να αποφασίσει τον εμβολιασμό με 3η δόση όλων των μεταμοσχευμένων, διότι γνωρίζουμε πλέον ότι οι δυο δόσεις δεν είναι αρκετές για ανάπτυξη πλήρους ανοσίας κατά του κοροναϊού, λόγω των ανοσοκατασταλτικων φαρμάκων τους», τονίζει σε πρόσφατη ανάρτησή του ο καθηγητής Φαρμακολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης και ερευνητής στο Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας & Βιοτεχνολογίας του ΙΤΕ, Αχιλλέας Γραβάνης. «Οι μεταμοσχευμένοι είναι μια ευπαθής ομάδα στην κορυφή των προτεραιοτήτων για επιτυχή εμβολισμό», προσθέτει εξηγώντας τη θέση του.
Η τρίτη δόση για τους ανοσοκατεσταλμένους είναι απαραίτητη
Πρόσφατα, στις 23 Ιουνίου 2021, δημοσιεύτηκαν στο έγκριτο διεθνές περιοδικό “The New England Journal of Medicine” τα δεδομένα* μίας σειράς 101 μεταμοσχευμένων ασθενών που έλαβαν τρίτη δόση εμβολίου mRNA της εταιρείας Pfizer.
Η ομάδα των ασθενών περιλάμβανε:
- 78 μεταμοσχευμένους νεφρού,
- 12 μεταμοσχευμένους ήπατος,
- 8 μεταμοσχευμένους πνεύμονα ή καρδιάς, και
- 3 παγκρέατος.
Οι πρώτες δύο δόσεις είχαν απόσταση ενός μήνα και η τρίτη δόση δόθηκε 61 ημέρες μετά τη δεύτερη. Ο χρόνος μεταξύ της μεταμόσχευσης και του εμβολιασμού ήταν 97 +/- 8 μήνες. Η ανοσοκαταστολή ήταν λόγω γλυκοκορτικοειδών στο 87% των ασθενών, λόγω αναστολέων καλσινευρίνης στο 79% των ασθενών, μυκοφαινολικού οξέος στο 63%, mTOR αναστολέων στο 30%, και belatacept στο 12% των ασθενών. Ο τίτλος των αντισωμάτων ήταν 0% πριν την πρώτη δόση, 4% πριν τη δεύτερη, 40% πριν την τρίτη, και 68% 4 εβδομάδες μετά την τρίτη δόση.
- Το 44% των αρνητικών ασθενών για αντισώματα πριν την τρίτη δόση, απέκτησε θετικό τίτλο μετά, και σε όσους είχαν θετικό τίτλο αντισωμάτων πριν την τρίτη δόση, ο τίτλος αυτός αυξήθηκε σημαντικά μετά την τρίτη δόση.
- Οι ασθενείς που δεν είχαν αντισωματική απάντηση ήταν μεγάλοι σε ηλικία, είχαν ανοσοκαταστολή σε μεγαλύτερο βαθμό και είχαν χαμηλότερη σπειραματική κάθαρση.
- Επίσης, κανείς από αυτούς τους ασθενείς δεν εμφάνισε λοίμωξη COVID-19 μετά την τρίτη δόση του εμβολίου, ενώ δεν παρατηρήθηκαν σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες.
Συμπερασματικά, τα δεδομένα της μελέτης αυτής επισημαίνουν την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια μίας τρίτης δόσης εμβολίου Pfizer στην ομάδα των μεταμοσχευμένων ασθενών, παρόλο που οι ασθενείς αυτοί πρέπει να είναι σχολαστικοί με τα μέτρα προφύλαξης σε κάθε περίπτωση λόγω της ευπάθειας τους σε σοβαρή νόσο.
Είναι πιθανό ότι ανάλογη στρατηγική τριών δόσεων να εφαρμοστεί στο μέλλον και σε άλλες κατηγορίες ασθενών που λαμβάνουν ανοσοκατασταλτικές θεραπείες, εφόσον κλινικές μελέτες που είναι σε εξέλιξη δώσουν θετικά αποτελέσματα.
Μία άλλη, ακόμα πιο πρόσφατα δημοσιευμένη μελέτη (1η Ιουλίου 2021), στο έγκριτο Science Immunology,αναφέρεται στις επιπτώσεις των ελλιπών ανοσολογικών αποκρίσεων έναντι του SARS-CoV-2 σε εμβολιασμένους με μεταμόσχευση οργάνων.
Το συμπέρασμα και αυτής της μελέτης είναι ότι απαιτείται ακόμη συνέχεια της επιστημονικής προσπάθειας για την παροχή ανοσολογικής προστασίας σε όσους παραμένουν σε κίνδυνο από αυτόν τον θανατηφόρο κοροναϊό και τον έλεγχο και -αν είναι δυνατόν- την πρόληψη της διασποράς των μεταλλάξεων που θέτουν σε κίνδυνο ολόκληρο τον πληθυσμό.
*Τα δεδομένα συνοψίζουν οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Πάνος Μαλανδράκης, Γιάννης Ντάνασης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ).