Ανάλυση: Πώς η Αθήνα πέρασε κάτω από τον πήχη που έθεσε για τη Σύνοδο Κορυφής
Pacta sunt servanda, αλλά μια άλλη φορά… Αυτό είναι το συμπέρασμα από τη συμφωνία των ευρωπαίων ηγετών στο θέμα της τουρκικής προκλητικότητας, αφού κυρώσεις δεν ελήφθησαν ούτε χθες, παρότι ο Δεκέμβριος ήταν η καταληκτική ημερομηνία σύμφωνα με προηγούμενη απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Του Νίκου Παπαδημητρίου
Το λατινικό ρητό που χρησιμοποίησε ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, προσερχόμενος στη Σύνοδο της Κορυφής έχει και συνέχεια:
- “pacta sunt servanda rebus sic stantibus”, κάτι που σημαίνει: «οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται εφόσον εξακολουθούν τα πράγματα να είναι ίδια». Και στην περίπτωσή μας, και οι, γραπτές σημειωτέον, συμφωνίες υπήρχαν και οι συνθήκες παραμένουν απαράλλακτες, αφού ένα νεύμα του Ρ. Τ. Ερντογάν αρκεί για να ξεχειλίσουν από ένταση το Αιγαίο και η Ανατολική Μεσόγειος.
Πιάνοντας το νήμα των ευρω-τουρκικών σχέσεων από τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου μερικούς μήνες πριν, η πλέον καθοριστική Σύνοδος ήταν αυτή της 1ης Οκτωβρίου, εκεί όπου το σημείο 20 των συμπερασμάτων προέβλεπε τα εξής:
- «Υπενθυμίζοντας και επιβεβαιώνοντας μεταξύ άλλων τα προηγούμενα συμπεράσματά του για την Τουρκία του Οκτωβρίου 2019, σε περίπτωση ανανεωμένων μονομερών ενεργειών ή προκλήσεων κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου, η ΕΕ θα χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα και τις επιλογές που έχει στη διάθεσή της, μεταξύ άλλων σύμφωνα με το άρθρο 29 της ΣΕΕ και το άρθρο 215 της ΣΛΕΕ, προκειμένου να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της και τα συμφέροντα των κρατών μελών της. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα συνεχίσει να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις και θα επανέλθει αναλόγως και θα λάβει αποφάσεις κατά περίπτωση το αργότερο κατά τη σύνοδο του Δεκεμβρίου».
Ήταν, ίσως, από τις λίγες φορές στην ιστορία των αποφάσεων της Ε.Ε. που το κείμενο ήταν τόσο καθαρό. Όπως εξηγούσε δε, στην ίδια Σύνοδο και στην καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου μία ημέρα μετά ο Κυριάκος Μητσοτάκης, «η Ευρωπαϊκή Ένωση έστειλε ένα σαφέστατο μήνυμα ενότητας, αλληλεγγύης αλλά και αποφασιστικότητας και αυτό γιατί ξεκαθάρισε ότι η αποφυγή κάθε μονομερούς ενέργειας αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη βελτίωση των σχέσεων Ευρωπαϊκής Ένωσης και Τουρκίας, κάτι το οποίο, όπως είπα, όλοι μας επιθυμούμε. Αυτό είναι κάτι το οποίο αποσαφηνίζεται με απόλυτη ευκρίνεια στην πρώτη παράγραφο των σχετικών συμπερασμάτων.
- Είναι, επίσης, εξίσου σαφές, σύμφωνα με τον Κ. Μητσοτάκη, «όπως αποτυπώνεται στην παράγραφο 20 των συμπερασμάτων, ότι εφόσον η Τουρκία συνεχίσει μονομερή επιθετική συμπεριφορά θα υπάρχουν συνέπειες. Γίνεται σαφέστατη αναφορά στα άρθρα των συνθηκών, το 29 και το 215. Γνωρίζετε ότι αυτά είναι τα άρθρα τα οποία αφορούν κυρώσεις. Και ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα χρησιμοποιήσει, σε αυτή την περίπτωση, όλα τα εργαλεία τα οποία έχει στη διάθεσή της για να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της αλλά και τα συμφέροντα των κρατών μελών. Εκεί υπάρχει επίσης μία αναφορά ότι οι εξελίξεις θα παρακολουθούνται και οι όποιες αποφάσεις εφόσον χρειαστεί αυτές να παρθούν, το απευχόμαστε, θέλω να το ξαναπώ, θα παρθούν μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου».
Καθώς όμως η γείτων δεν …συνετιζόταν, Αθήνα και Λευκωσία πετυχαίνουν το πρωτοφανές, να ασχοληθεί το ανώτατο ευρωπαϊκό όργανο με το θέμα και στην επόμενη Σύνοδο δύο εβδομάδες αργότερα, παρότι δεν ήταν αρχικώς στην ατζέντα των συζητήσεων. Και ως «επιστέγασμα», κρατούμε και πάλι όσα έλεγε ο πρωθυπουργός στη συνέντευξη Τύπου:
- «Ζητήσαμε να υπάρχει ρητή αναφορά στα συμπεράσματα, η οποία να καταδεικνύει την έντονη αποδοκιμασία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις νέες μονομερείς, προκλητικές ενέργειες της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο, συμπεριλαμβανομένων των πρόσφατων ερευνητικών δραστηριοτήτων του Oruc Reis εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Συμφώνησαν τελικά οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων σε αυτές τις διατυπώσεις. Υπάρχει επίσης μια ρητή αναφορά στην ανάγκη να σεβαστεί η Τουρκία τα ψηφίσματα 550 και 789 του Συμβουλίου Ασφαλείας. Τόνισε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο την ξεχωριστή σημασία του καθεστώτος των Βαρωσίων και κάλεσε την Τουρκία να αντιστρέψει αυτές τις ενέργειες, να εργαστεί για τη μείωση των εντάσεων και βέβαια ανέφερε για ακόμα μια φορά ότι θα συνεχίσει να παρακολουθεί τις εξελίξεις σε συνέχεια των συμπερασμάτων της Συνόδου Κορυφής της 2ας Οκτωβρίου».
Και στη συνέχεια,
- «όταν συζητήσαμε εκτενώς το ζήτημα της Τουρκίας στην προηγούμενη Σύνοδο Κορυφής ήταν εμφανές ότι έπρεπε να διανύσουμε αρκετό δρόμο για να εξηγήσουμε στους ευρωπαίους ομολόγους μας γιατί το ζήτημα αυτό δεν είναι απλά σημαντικό για την Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά γιατί αποτελεί καθοριστικής σημασίας για ολόκληρη την Ευρώπη, για τη γεωπολιτική σταθερότητα της Ανατολικής Μεσογείου. Πιστεύω ότι μετά από κάθε συνεδρίαση διανύουμε ακόμα δρόμο σε αυτήν την κατεύθυνση και βέβαια θέλω να υπενθυμίσω ότι τα συμπεράσματα τα οποία επανεπιβεβαιώθηκαν σήμερα, στην παράγραφο 21 -αναφέρομαι στα συμπεράσματα της προηγούμενης Συνόδου Κορυφής- λένε ξεκάθαρα, θέτουν μια ξεκάθαρη χρονική περίοδο κατά την οποία θα αξιολογηθεί η συμπεριφορά της Τουρκίας».
Και στο «δια ταύτα» των δηλώσεων Μητσοτάκη,
- «αναφέρεται με σαφήνεια ότι ο Δεκέμβριος είναι η καταληκτική ημερομηνία στην οποία η Ευρώπη πρέπει να καταλήξει και να πάρει τις αποφάσεις της σε περίπτωση που η Τουρκία συνεχίσει μονομερείς ενέργειες κλιμάκωσης που παραβιάζουν το Διεθνές Δίκαιο. Και δεν θέλω να επαναλάβω ότι αυτές οι ενέργειες, τα όπλα δηλαδή τα οποία έχει η Ευρώπη στη διάθεσή της, περιγράφονται με απόλυτη σαφήνεια στα συμπεράσματα κορυφής».
Στην ίδια Σύνοδο ο Κυριάκος Μητσοτάκης έβαζε και θέμα εμπάργκο όπλων, ενώ θέλοντας μάλιστα να διασκεδάσει τις ανησυχίες μερίδας της ελληνικής κοινής γνώμης για την απροθυμία της Ευρώπης να αντιπαρατεθεί με την Τουρκία, χρησιμοποιούσε τη φράση, «η Ευρώπη δεν παίρνει, όπως ξέρετε καλά, αποφάσεις από τη μία στιγμή στην άλλη. Είναι σαν ένα υπερωκεάνιο το οποίο αργεί να στρίψει, όταν στρίβει όμως παίρνει μία πορεία η οποία είναι θα έλεγα πολύ σταθερή στην νέα κατεύθυνση την οποία έχει επιλέξει».
Φθάνουμε τελικώς στην εν εξελίξει Σύνοδο, και στο κλίμα που είχε δημιουργηθεί, τις προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί στην Αθήνα τις αμέσως προηγούμενες ημέρες. Στο βασικό της θέμα η «Εστία» προχθές διερωτάτο στον τίτλο της, «Όλη η Ευρώπη εγείρει βέτο. Μήπως ήλθε η σειρά της Ελλάδος;».
Ενώ ο Γιάννης Πρετεντέρης από τη στήλη του στα «Νέα» χθες, με ασυνήθιστη για το συγκεκριμένο αρθρογράφο, ένταση, σημείωνε: «…όποιος ανόητος εισηγείται να αποδεχτεί (πιεζόμενη!) η χώρα ένα ρόλο ηττημένου θα βρει απέναντί του όχι κάποιους ή κάποιον πολιτικό χώρο αλλά σύμπασα την ελληνική κοινωνία». Και, παραφράζοντας τον Τσώρτσιλ, κατέληγε: «εκτός κι αν επιλέξουμε την ξεφτίλα για να αποφύγουμε τη σύγκρουση, με αποτέλεσμα να φορτωθούμε και την ξεφτίλα και τη σύγκρουση».
Ενώ ο Κ. Μητσοτάκης στη συνέντευξή του την περασμένη Δευτέρα στον Alpha και τον Αντώνη Σρόιτερ, εξέφραζε την πεποίθησή του ότι
- «η Ευρωπαϊκή Ένωση -είμαι σίγουρος ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση- δεν θα διακινδυνεύσει το δικό της κύρος. Και δεν αναφέρομαι εδώ στην αυτονόητη στήριξη που πρέπει να παρέχει στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Αναφέρομαι στο γεγονός ότι έχει πάρει μία απόφαση, η απόφαση αυτή έχει ένα ξεκάθαρο χρονοδιάγραμμα και λέει με πολύ μεγάλη σαφήνεια ότι αν διαπιστωθεί ότι η Τουρκία δεν αγκαλιάζει τη θετική ατζέντα, το Δεκέμβριο θα πάρουμε αποφάσεις και θα υπάρχουν, θα δρομολογηθούν επί λέξει, οι συνέπειες για την Τουρκία».
Φευ, ο πήχης αποδείχθηκε ότι ήταν πολύ ψηλά ίσως γιατί η ελληνική πλευρά εκκινούσε από λάθος αφετηρία: η επωδός του Μεγάρου Μαξίμου ότι «έχουμε πετύχει να μετατρέψουμε τις ελληνοτουρκικές διαφορές σε ευρωτουρκικές διαφορές με την έννοια του ότι το πρόβλημα πια δεν αφορά μόνο την Ελλάδα αλλά αφορά ουσιαστικά την Ευρώπη» -όπως είχε την ευκαιρία να επαναλάβει ο Κ. Μητσοτάκης στον Alpha, από όπου και η εν λόγω αποστροφή- αποδείχθηκε υπεραισιόδοξη, ανεδαφική και, επί της ουσίας, τα εθνικά συμφέροντα, Βερολίνου, Μαδρίτης και Ρώμης, ισχυρότερα από την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη.
- Οι ευρωπαϊκές αποφάσεις μετατέθηκαν, έτσι, για αργότερα, την άνοιξη (;), με το Βερολίνο να περιμένει πώς θα κινηθεί στο ζήτημα και ο νεοεκλεγείς Πρόεδρος των ΗΠΑ, όπως εύστοχα υπογραμμίζει στο βασικό της θέμα η «Καθημερινή» σήμερα.
Οι εκ των υστέρων εξηγήσεις, από κυβερνητικές πηγές στις Βρυξέλλες, πως «στόχος ήταν να βελτιωθεί το αρχικό κείμενο των συμπερασμάτων της Συνόδου – όπερ και εγένετο», μένει να αποδειχθεί ποιας… υποδοχής θα τύχουν από την ελληνική κοινή γνώμη.