Ο πελάτης (δεν) έχει πάντα δίκιο;
Στην αγορά είναι κανόνας. Ο πληρώνων –τοις μετρητοίς ή και με δόσεις λόγω των δύσκολων καιρών– διαθέτει πάντοτε προνομιακή μεταχείριση από τον έμπορο, τον προμηθευτή, ακόμα και την (δύστροπη) τράπεζα. Διεκδικεί ειδικά οφέλη και τα λαμβάνει.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Στην ανακοίνωση του Γαλλικού υπουργείου Άμυνας, λίγη ώρα μετά τις ανακοινώσεις του πρωθυπουργού από το HellexpoForum, το βράδυ του Σαββάτου, το Παρίσι χαιρετίζει την απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης για την προμήθεια μιας μοίρας Rafale και επισημαίνει δύο πράγματα που δεν πρέπει να διαλάθουν της προσοχής: πρώτον, ότι η Ελλάδα είναι η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που εντάσσει στην αμυντική ισχύ της τον συγκεκριμένο γαλλικό τύπο μαχητικού αεροσκάφους, και, δεύτερον, ότι δι’ αυτής της συμφωνίας ενισχύεται η γαλλική πολεμική βιομηχανία και συγκεκριμένα η Dasault Aviation (που το κατασκευάζει) και άλλες παρεμφερείς γαλλικές επιχειρήσεις.
Η κυβέρνηση Μακρόν “πουλάει”, όπως είναι λογικό, στο εσωτερικό της χώρας, μια μεγάλη αμυντική συμφωνία με την Ελλάδα.
Μια χώρα “βιτρίνα”: μέλος του ΝΑΤΟ, με μία από τις υψηλότερες δαπάνες (ως ποσοστό του προϋπολογισμού της) για αμυντικούς εξοπλισμούς, και σε συνεχή στρατιωτική ένταση εξαιτίας των προκλητικών απειλών που δέχεται από την Τουρκία. Η Φλοράνς Παρλί είναι μια ευτυχισμένη υπουργός Άμυνας και οι νότες θριάμβου στην ανακοίνωση το προδίδουν.
Οι γνωρίζοντες (επιτελείς των ενόπλων δυνάμεων) επισημαίνουν πως η αγορά των Rafale είναι μια εξαιρετική κίνηση για επιχειρησιακούς λόγους. Οι αξιόμαχοι Έλληνες πιλότοι είναι ικανοποιημένοι από τις χιλιάδες ώρες πτήσεις στα επίσης γαλλικά Mirage 2000 και η επιχειρησιακή μετάβαση στα μαχητικά νέας γενιάς και υψηλών δυνατοτήτων θα είναι εύκολη και θα βελτιώσει σημαντικά τον συσχετισμό δυνάμεων πάνω από το Αιγαίο.
Η συγκεκριμένη κίνηση της κυβέρνησης αξιολογείται ως θετική, δεδομένων των συνθηκών με μια Τουρκία αναθεωρητική και απειλητική, και υπό το πρίσμα πως εξαιτίας της χρεοκοπίας της χώρας (μεταξύ άλλων και λόγω του υπερδανεισμού για τους εξοπλισμούς της περιόδου Σημίτη) και των μνημονίων οι ένοπλες δυνάμεις δεν είχαν τη δυνατότητα ενίσχυσης της αποτρεπτικής τους ισχύος επί περίπου μία δεκαετία.
Δύσκολα θα ψέξει, λοιπόν, κάποιος την απόφαση για την αγορά μαχητικών αεροσκαφών του συγκεκριμένου τύπου και, απ΄ ότι φαίνεται, η αντιπολίτευση εστιάζει περισσότερο την κριτική της στο γεγονός πως δεν υπήρξε ενημέρωση και συζήτηση στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής. Τονίζοντας, βεβαίως, πως στο γνωστό ερώτημα “βούτυρο ή κανόνια;”, η κυβέρνηση θα βρει τρόπο να απαντήσει “και βούτυρο και κανόνια”- το δεύτερο αποφασίστηκε, το πρώτο μένει να το δούμε.
Καλώς, λοιπόν, προχωρά η κυβέρνηση στην συγκεκριμένη αγορά από το υστέρημα (μην το ξεχνάμε) του Έλληνα φορολογούμενου. Το κρίσιμο θέμα που προκύπτει, όμως, είναι εάν η συμφωνία με την Γαλλία υπακούει τους κανόνες της αγοράς τους οποίους τόσο καλά υποτίθεται πως γνωρίζει το κυβερνών κόμμα.
Όταν συνεισφέρεις –όπως οι ίδιοι οι Γάλλοι επισημαίνουν– τόσο καθοριστικά στην ενίσχυση της οικονομίας μιας άλλης χώρας και όταν λειτουργείς ως προωθητής ενός γαλλικού πολεμικού brand στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια αγορά, θα ανέμενε κανείς να εξαντλήσεις την διαπραγματευτική σου ισχύ για να αποκομίσεις συνοδευτικά οφέλη. Μακάρι τα πράγματα να εξελιχθούν διαφορετικά, όμως από όσα έχουν γίνει γνωστά η ελληνογαλλική συμφωνία δεν διαθέτει “ρήτρα” αμυντικής συνδρομής της Γαλλίας στην απευκταία περίπτωση που η τουρκική απειλή λάβει ακραία επιχειρησιακά χαρακτηριστικά.
Ένας τέτοιος σχεδιασμός στρατηγικής φύσεως που θα αναβάθμιζε ακόμα περισσότερο την γεωπολιτική θέση της Ελλάδας στην ανατολική Μεσόγειο απουσιάζει. Και η απάντηση του πρωθυπουργού σε σχετική ερώτηση στη Θεσσαλονίκη αποκαλύπτει πως είτε δεν το επιδιώξαμε, είτε, το πιθανότερο, δεν κατορθώσαμε να το πάρουμε.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης παρέπεμψε στο άρθρο περί αμυντικής συνδρομής που περιέχεται στις ευρωπαϊκές συνθήκες ( άρθρο 42 παράγραφος 7 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και το άρθρο 222 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ) ως “ισοδύναμο” της απουσίας ειδικής συμφωνίας γαλλικής αμυντικής συνδρομής στην περίπτωση που η Ελλάδα δεχθεί επίθεση από την Τουρκία. Όλοι γνωρίζουν, ωστόσο, πως πρόκειται για μια ανενεργή πρόβλεψη που είναι εξαιρετικά δύσκολο να εφαρμοστεί. Έτι δε περαιτέρω όταν ακόμα και για κάτι κατά πολύ ευκολότερο, όπως οι κυρώσεις στην Τουρκία για την παραβατικότητά της στην ανατολική Μεσόγειο, η ομόφωνη στάση των “27” είναι εξαιρετικά δύσκολη και χρονοβόρα.
Ουδείς μπορεί να περιμένει πως σε μία τέτοια περίπτωση θα δει ευρωπαϊκά πλοία και αεροσκάφη να δημιουργούν “τείχος” αποτροπής στην τουρκική επιθετικότητα, όταν Βρυξέλλες και Βερολίνο έδειξαν ακόμα και πρόσφατα μια αμήχανη στάση έναντι της Τουρκίας με ιδιαίτερα επικίνδυνες, σε ορισμένες περιπτώσεις, πτυχές, όπως οι δηλώσεις Μπορέλ στην Άγκυρα περί “χωρικών υδάτων”.
Η Γαλλία κέρδισε μια μεγάλη εμπορική συμφωνία που ενισχύει την οικονομία της και το “πρεστίζ” της πολεμικής βιομηχανίας, η Ελλάδα αγόρασε ένα επιχειρησιακά άρτιο, όπως λέγεται, μαχητικό αεροσκάφος, δεν κατόρθωσε, όμως, να πάρει την ρήτρα αμυντικής συνδρομής και αλληλεγγύης από μια ισχυρή χώρα που επιθυμεί, κατά τα άλλα, να διαδραματίσει στρατηγικό ρόλο στην ανατολική Μεσόγειο.
Αυτό πρέπει να σημειωθεί και μακάρι να αλλάξει…