Ανασχηματισμός: Κόντρα με ειρωνικά σχόλια και αιχμές για τις αλλαγές στην κυβέρνηση
Αντιπαράθεση με αιχμές προκάλεσε οι περιορισμένες αλλαγές στην κυβέρνηση στις οποίες προχώρησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. δίνοντας τέλος σε μια πολύμηνη συζήτηση γύρω από τον επικείμενο ανασχηματισμό.
«Μέχρι σήμερα γνωρίζαμε ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την υγειονομική και την οικονομική κρίση. Σήμερα καταλάβαμε ότι δεν μπορεί ούτε ανασχηματισμό στη κυβέρνησή του να κάνει» αναφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ, για τις κυβερνητικές αλλαγές που ανακοινώθηκαν.
Σχολιάζοντας κυβερνητικοί κύκλοι απαντούσαν:
Την επόμενη φορά που θα κάνει αλλαγές στην κυβέρνηση ο κ. Μητσοτάκης θα ζητήσει την έγκριση του ΣΥΡΙΖΑ και για το χρόνο και για τα πρόσωπα. Ιδίως για εκείνα που συνεχίζει να βαφτίζει νεοφιλελεύθερα διαγράφοντας τη μακρά θητεία τους στην κεντροαριστερά επειδή δεν μπορεί να χωνέψει ότι του έχουν γυρίσει την πλάτη. Με αυτά τα μυαλά ο δρόμος για το 3% είναι ανοιχτός. Με μια στάση στον Γράμμο…”
Ανακοίνωση Γραφείου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ:
Μέχρι σήμερα γνωρίζαμε ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την υγειονομική και την οικονομική κρίση. Σήμερα καταλάβαμε ότι δεν μπορεί ούτε ανασχηματισμό στη κυβέρνησή του να κάνει.
Μετά από τρεις προαναγγελίες ανασχηματισμών, που εντέλει ματαιώθηκαν, σήμερα αποφάσισε απλά να βάλει τρεις νέους αναπληρωτές υπουργούς και να αφαιρέσει κάθε χαρτοφυλάκιο από τον κ. Γεωργιάδη. Αφού δεν μπορεί να τον διώξει, τουλάχιστον μπόρεσε να του πάρει τις αρμοδιότητες, αφήνοντάς τον να παριστάνει τον υπουργό.
Κατά τα αλλά επιβράβευσε τόσο τον κ. Πέτσα και τη λίστα του, τον κ. Θεοχάρη που τα έκανε θάλασσα στον τουρισμό, αλλά και τον κ. Βρούτση του σκανδάλου της ψευτοκατάρτισης. Επιβεβαιώνοντας την εκτίμησή μας, ότι για όλα αυτά η βασική ευθύνη είναι αποκλειστικά του ίδιου του κ. Μητσοτάκη.
Η πολιτική κατεύθυνση, ωστόσο, που σηματοδοτεί, τόσο η αναβάθμιση του Θ. Σκυλακάκη όσο και η είσοδος του Π. Τσακλόγλου, προσώπων δηλαδή που ποτέ δεν έκρυψαν την εμμονή τους στην νεοφιλελεύθερη ατζέντα, δείχνουν τη στόχευση του κ. Μητσοτάκη για το άμεσο μέλλον.
Η ελληνική κοινωνία δεν έχει να περιμένει τίποτα θετικό από αυτήν την κυβέρνηση. Μόνο νέα αδιέξοδα για την οικονομία, υψηλή ανεργία, λουκέτα και μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις, γιατί αυτό είναι το δόγμα νέων και παλιών κυβερνητικών στελεχών.
ΚΙΝΑΛ: Βαθιά συντηρητική επιλογή
«Βαθιά συντηρητική επιλογή κάνει η κυβέρνηση με τον ανασχηματισμό “Σκυλακάκη” και τις κατευθύνσεις του πορίσματος Πισσαρίδη», τονίζει σε ανακοίνωσή του το γραφείο Τύπου του Κινήματος Αλλαγής, που προειδοποιεί τον πρωθυπουργό ότι «αναλαμβάνει πια πλήρως ο ίδιος την ευθύνη για τις αποτυχημένες πολιτικές, ιδιαίτερα στους τομείς της εργασίας, του τουρισμού και του αγροτικού τομέα. Φρόντισε βέβαια», προσθέτει, «να αναβαθμίσει τους δικούς του ανθρώπους, για να ελέγξει απόλυτα τη διαχείριση των πόρων του Ταμείου Ανασυγκρότησης».
Στην κριτική του προς τον πρωθυπουργό, το Κίνημα Αλλαγής αναφέρει ότι «βλέπει την οικονομία μόνο από τη σκοπιά των ισχυρών, μιλά μόνο για τις μεγάλες επιχειρήσεις και τα στελέχη τους, ενώ απουσιάζουν οι πολιτικές για τους πολλούς, τους μικρομεσαίους, τα ασθενέστερα στρώματα, το κοινωνικό κράτος».
Όμως, συνεχίζει, «στον τομέα της παραγωγικής ανασυγκρότησης οι μικρομεσαίοι και οι αγρότες αγνοούνται, οι ανισότητες θα μεγαλώσουν. Οι πολιτικές για την κοινωνική συνοχή εξαντλούνται σε “κάποιο εγγυημένο ελάχιστο εισόδημα”, τονίζουν μάλιστα ότι θα φορολογείται. Για τους εργαζομένους επιφυλάσσει πλήρη ευελιξία στις απολύσεις και ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης. Όσον αφορά το ΕΣΥ, καμία ενίσχυση των δημοσίων νοσοκομείων, παρά τις τεράστιες ελλείψεις σε προσωπικό και υποδομές», καταγγέλλει το Κίνημα Αλλαγής.
Τελικώς, «ο κ. Μητσοτάκης συνεχίζει απτόητος τον συντηρητικό δρόμο του, που δημιουργεί ερείπια σε επιχειρήσεις και εργαζομένους. Με τους εκλεκτούς του μακριά από την κοινωνία και τις ζωντανές δυνάμεις του τόπου», σημειώνεται στην ανακοίνωση, που καταλήγει: «Το Κίνημα Αλλαγής προβάλλει τη δική μας εναλλακτική πρόταση για να μείνει όρθια η κοινωνία και ζωντανή η οικονομία. Είμαστε ανάχωμα στις συντηρητικές πολιτικές, ασπίδα για τη Δημοκρατία και στήριγμα για την κοινωνία».