Λάβρος Πρετεντέρης κατά της συνάντησης του Βερολίνου
«Η ελληνική κυβέρνηση δείχνει να αντιμετωπίζει το κεφάλαιο ‘Τουρκία του Ερντογάν’ με αστάθεια, μεταπτώσεις και αντιφάσεις»: αυτή είναι η κατακλείδα του σημερινού άρθρου του Γιάννη Πρετεντέρη στα «Νέα», το οποίο και αφιερώνει στην τριμερή -μυστική κατ’ αρχάς- συνάντηση του Βερολίνου, στο γιατί δηλαδή, κατά την άποψή του, ήταν λάθος η συνάντηση από κάθε άποψη.
Από το ενδιαφέρον αυτό σημείωμα αντιγράφουμε: «Η μυστική (που δεν έμεινε μυστική) συνάντηση στο Βερολίνο δεν ήταν ένα λάθος. Ήταν πολλά λάθη σε κοινό περιτύλιγμα.
Λάθος πολιτικό. Όταν υποστηρίζεις ότι τα προβλήματα με την Τουρκία είναι ευρωτουρκικά και όχι ελληνοτουρκικά, τι νόημα έχει να πηγαίνεις σε μυστική συνάντηση με την Τουρκία;
Λάθος διπλωματικό. Με τι αξιοπιστία θα ζητήσεις την Τρίτη στις Βρυξέλλες κυρώσεις κατά της Τουρκίας όταν έχεις πιάσει κουβεντούλα με την Τουρκία τη Δευτέρα στο Βερολίνο; Είτε επιδιώκεις κυρώσεις. Είτε κάνεις διάλογο».
Επιπλέον, «λάθος ψυχολογικό. Όταν ο Ερντογάν κάνει επίδειξη τσαμπουκά και σε φτύνει την Παρασκευή μετατρέποντας την Αγία Σοφία σε τζαμί, για ποιον λόγο να τρέξεις τη Δευτέρα να συζητήσετε σαν να μη συνέβη τίποτα;».
Κι ακόμη, «λάθος επικοινωνιακό. Για ποιον λόγο να κρατήσει μυστική μια συνάντηση που τελικά δεν θα μείνει μυστική;».
Αλλά και «λάθος ακατανόητο. Όταν αποδίδεις την ένταση και τις προκλήσεις σε τουρκική επιλογή, τι νόημα έχει να συζητήσεις με την Τουρκία την ένταση και τις προκλήσεις; (…) Άκουσα τις εξηγήσεις των δικών μας πως από τη συνάντηση προέκυψε ότι ‘οι ελληνικές θέσεις γίνονται δεκτές’. Από ποιον; Από το Λουξεμβούργο; Διότι από την Τουρκία τίποτα τέτοιο δεν προκύπτει».
Ως «μόνο ελαφρυντικό» ο αρθρογράφος γράφει ότι μπορεί να φαντασθεί, είναι ότι «για τη συνάντηση ασκήθηκε πίεση από τη Γερμανία». Όμως, «εξ όσων γνωρίζω», επισημαίνει, «δεν είμαστε γερμανική αποικία και εξωτερική πολιτική κάνουμε μόνοι μας. Δεν χρειαζόμαστε ούτε προτροπές, ούτε πιέσεις, ούτε παραινέσεις άλλων».
Τούτων δοθέντων, ο Γιάννης Πρετεντέρης φθάνει στο συμπέρασμα, περί ασταθούς και αντιφατικής εξωτερικής πολιτικής κ.λ.π., για να καταλήξει: «Εξωτερική πολιτική χωρίς σταθερότητα και σαφήνεια δεν υπάρχει. Όσο για το διάλογο, καλοδεχούμενος. Αλλά και άλλοι διάλογο έκαναν με τον Χίτλερ το 1938 όταν τους πήρε το κεφάλι. Στο Μόναχο. Όχι στο Βερολίνο».
Αυτό που δεν λέει ο αρθρογράφος είναι ότι η στόχευση του άρθρου του δεν είναι ο Νίκος Δένδιας, ο οποίος, ούτως ή άλλως, κράτησε αποστάσεις από την τριμερή συνάντηση. Συνεπώς…
Ν. Παπ.