Λιβυκό: Μετά το Κάιρο στην Τύνιδα ο Νίκος Δένδιας – Αναλύσεις για εμπλοκή της Αιγύπτου
Ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας μεταβαίνει στην Τυνησία για συνομιλίες με την ηγεσία του εκεί υπουργείου Εξωτερικών, ενώ πρόκειται να γίνει δεκτός και από τον πρόεδρο και τον πρωθυπουργό της χώρας.
Η Τυνησία έχει ιδιαίτερη «αξία» στην τρέχουσα συγκυρία, ειδικά ένα λάβει κανείς υπόψη όσα συμβαίνουν στη γειτονική Λιβύη. Ως χώρα που βρίσκεται ακριβώς δίπλα στη Λιβύη, βιώνει άμεσα τις επιπτώσεις του λιβυκού εμφυλίου. Ενδεικτικές της ανησυχίας και οι δηλώσεις του Τυνήσιου προέδρου Καΐς Σαγιέντ, ο οποίος έχει αποκηρύξει κατ’ επανάληψη ως καταστροφική μια ενδεχόμενη διχοτόμηση της Λιβύης. Σημειωτέον ότι στην Τυνησία έχει άλλωστε τα κεντρικά της και η αποστολή των Ηνωμένων Εθνών για τη Λιβύη (United Nations Support Mission in Libya – UNSMIL).
Ως πρώην γαλλική αποικία, η Τυνησία βρίσκεται όμως κοντά και στη Γαλλία, όχι μόνο γεωπολιτικά αλλά και οικονομικά-εμπορικά, με την υποσημείωση βέβαια ότι η Γαλλία διανύει στην παρούσα φάση μια περίοδο εντονότατης αντιπαράθεσης στις σχέσεις της με την Τουρκία του ισλαμοεθνικιστή Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Ο Τούρκος πρόεδρος, μάλιστα, λέγεται πως είχε τον Δεκέμβριο του 2019, με «φρέσκο» ακόμη τότε το μνημόνιο Ερντογάν – Σάρατζ, προσεγγίσει και τον Καΐς Σαγιέντ κατά τη διάρκεια ξαφνικής επίσκεψής του στην Τυνησία, ζητώντας να επιτραπεί στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις να χρησιμοποιούν την επικράτεια της Τυνησίας ως εφαλτήριο για τις επιχειρήσεις τους στη Λιβύη, πράγμα που όμως δεν έγινε αποδεκτό.
Τι θα σήμανε μια εμπλοκή της Αιγύπτου
Εν τω μεταξύ ο στρατιωτικός αναλυτής Mohamed Al-Kinani αναλύει στο RT Arabic πως ο αιγυπτιακός στρατός θα μπορούσε να επέμβει, προκαλώντας «σφοδρές απώλειες» στους Τούρκους μισθοφόρους.
Με 920.000 στρατιώτες και αξιωματικούς, 440.000 στρατιωτικούς υπαλλήλους και σχεδόν μισό εκατομμύριο εφέδρους ο αιγυπτιακός στρατός συγκαταλέγεται στους ισχυρότερους του κόσμου. Στο Global Firepower Index που δημοσιεύτηκε το 2020, η Αίγυπτος καταλαμβάνει την ένατη θέση επί συνόλου 138 χωρών.
Τα ατού των αιγυπτιακών ενόπλων δυνάμεων δεν περιορίζονται όμως μόνον στον αριθμό των στρατιωτικών. Ο στρατός της χώρας διαθέτει 1.054 αεροσκάφη, μεταξύ των οποίων 215 μαχητικά και 81 ελικόπτερα, 4.295 πάντσερ και 11.700 τεθωρακισμένα οχήματα.
Είναι γεγονός ότι οι Αιγύπτιοι διαθέτουν τις ισχυρότερες στρατιωτικές δυνάμεις στη Μέση Ανατολή και τη βόρεια Αφρική και δη με διαφορά. Η Τουρκία ακολουθεί στην 11η θέση της κατάταξης, το Ιράν στην 14η ενώ η Σαουδική Αραβία στην 17η.
Τα νούμερα δεν λένε ποτέ ψέματα και η Αίγυπτος υπερισχύει, ειδικά μάλιστα όταν στην απέναντι πλευρά δεν θα βρει τον τουρκικό στρατό αλλά Σύρους μισθοφόρους του Ερντογάν.
Σύμφωνα με τον Αιγύπτιο αναλυτή καθοριστικό ρόλο σε μία πιθανή στρατιωτική εμπλοκή θα παίξει η δυνατότητα ανεφοδιασμού, δεδομένου ότι μιλάμε για την πολιορκία μίας στρατηγικής σημασίας πόλης. Η τουρκική πλευρά δεν θα άντεχε οικονομικά μία τέτοια στρατιωτική επιχείρηση. Το κόστος ανεφοδιασμού εξαιτίας της απόστασης θα ήταν δυσβάσταχτο, την ώρα που η Αίγυπτος, με λιγότερα έξοδα και σε λιγότερο χρόνο, θα ανανέωνε συνεχώς το μέτωπο.
«Η έκβαση θα ήταν καταστροφική για την Τουρκία, χιλιάδες απώλειες και καμία πιθανότητα νίκης», τονίζει!
Η ισχύς του αιγυπτιακού στρατού έχει μακρά παράδοση, εξηγεί ο Γκύντερ Μάγερ από το Κέντρο Ερευνών του Αραβικού Κόσμου στο Πανεπιστήμιο του Μάιντς: «Χρονολογείται από την ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ Αιγύπτου και Ισραήλ το 1979. Έκτοτε ο αιγυπτιακός στρατός τροφοδοτείται κάθε χρόνο από τις ΗΠΑ με όπλα αξίας περίπου 1,3 δις ευρώ. Οι Αμερικανοί είχαν δεσμευτεί τότε σε στήριξη τέτοιου ύψους τόσο απέναντι στο Ισραήλ όσο και απέναντι στην Αίγυπτο».
Κατά τη διάρκεια της θητείας του προέδρου αλ Σίσι, ο οποίος ανέλαβε τα ηνία της Αιγύπτου το 2014, η χώρα έχει αυξήσει σημαντικά τον αμυντικό της εξοπλισμό. Σύμφωνα με ανάλυση του Carnegie Middle East Center αυτό οφείλεται σε διάφορους λόγους: στους αυξανόμενους κινδύνους για την εθνική και περιφερειακή ασφάλεια, στις αμερικανικές πιέσεις αλλά και στη συνεργασία του αιγυπτιακού στρατού με άλλους εταίρους, κυρίως τη Γαλλία και τη Ρωσία. Σε όλα αυτά θα πρέπει να προστεθεί και η αποφασιστικότητα του αλ Σίσι να αποτρέψει το ενδεχόμενο πραξικοπήματος.
Πηγή: AMN