ΣΥΡΙΖΑ: Η ΝΔ παρανομεί έχοντας προαποφασίσει παραπομπή Παπαγγελόπουλου
Η ομάδα της Επιτροπής Προκαταρκτικής Εξέτασης του ΣΥΡΙΖΑ τονίζει ότι «αποκαλύφθηκε πλήρως η υποκρισία, η σκοπιμότητα και η παρανομία της πλειοψηφίας της ΝΔ»
Στο Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής προσέφυγε ο ΣΥΡΙΖΑ για την προαποφασισμένη, όπως σημειώνει, παραπομπή του Δημήτρη Παπαγγελόπουλου.
Όπως επισημαίνει η ομάδα της Επιτροπής Προκαταρκτικής Εξέτασης του ΣΥΡΙΖΑ, η Επιτροπή μετά το νέο «κατηγορητήριο» κατά του κ. Παπαγγελόπουλου, συνεδρίασε στις 4.06.2020 και «αποφάσισε επί δύο θεμάτων, τα οποία δεν ανήκουν στην αρμοδιότητά της, το πρώτο: καλεί τους τυχόν συμμετόχους του υπουργού για παροχή εξηγήσεων στο στάδιο λειτουργίας της «Επιτροπής» και πριν ακόμα καταστεί «κατηγορούμενος» ο πρώην υπουργός, και δεύτερον: ενώ ερευνά, υποτίθεται, νέο κατηγορητήριο, δεν προβαίνει σε καμία διενέργεια συλλογής αποδεικτικών στοιχείων για την στοιχειοθέτηση ή μη των νέων κατηγοριών(σύμφωνα με τον ν.ΚΠΔ υπάρχει πλέον ρητή υποχρέωση σε όλα τα στάδια της ποινικής διαδικασίας ερευνάται όχι μόνο η τυχόν ενοχή αλλά και η αθωότητα του υπόπτου ή κατηγορουμένου, κατ’ άρθρο 239 ΚΠΔ, με εξέταση μαρτύρων και συλλογή αποδείξεων), αλλά αντίθετα καλεί τον αρχικά εγκαλούμενο ως ύποπτο πρώην υπουργό να παράσχει εξηγήσεις, χωρίς προηγουμένως να ενεργηθεί ούτε η ελάχιστη εξέταση μαρτύρων και συλλογή αποδεικτικών στοιχείων επί των αδικημάτων του νέου κατηγορητηρίου».
Ταυτόχρονα, συνεχίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, καλεί ως ««υπόπτους» ιδιώτες μη πολιτικά πρόσωπα χωρίς γι αυτά να έχει υπάρξει απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής, η οποία σύμφωνα με το Σύνταγμα, τον ν. 3126/03 και τον ΚΠΔ, αποφαίνεται και ερευνά ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ το πολιτικό πρόσωπο, πρώην υπουργό, και γι αυτό είναι το μοναδικό πρόσωπο που παρέστη και στην Ολομέλεια της Βουλής για να αντικρούσει τις σε βάρος του κατηγορίες.
Ενόψει αυτών στην συνεδρίαση της «Επιτροπής» της 4.06.2020 εμείς ως ομάδα Βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ υποβάλλαμε ενστάσεις για τις δύο προαναφερόμενες μη σύννομες αποφάσεις της, και γι αυτό αποφασίσαμε να προσφύγουμε στο Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής, υποβάλλοντας αναλυτικά όλα όσα υποστηρίξαμε στη συνεδρίαση αυτή, υπό τη μορφή δύο ερωτημάτων:
1ον. ΄Εχει τη νομική δυνατότητα και αρμοδιότητα η «Επιτροπή» να καλέσει, και μάλιστα a priori, χωρίς τη διεξαγωγή καμία έρευνας και αποδεικτικής διαδικασίας, τους τυχόν συμμετόχους στο στάδιο της Προκαταρκτικής Εξέτασης και παντάπασι πριν την άσκηση ποινικής δίωξης κατά τη πρώην υπουργού-πολιτικού προσώπου; Η θέση μας είναι αρνητική και στηρίζεται στο Σύνταγμα και το νόμο, αλλά και πληθώρα νομολογίας, καθώς και στην επιστήμη και θεωρία του ποινικού και ποινικοδικονομικού δικαίου.
2ον. Είναι από ποινικοδικονομικής απόψεως ανεκτό και σύννομο να καλείται ο πρώην υπουργός-πολιτικό πρόσωπο να παράσχει εξηγήσεις επί των αδικημάτων του νέου κατηγορητηρίου χωρίς και πριν ακόμα διενεργηθεί ούτε μία(αριθμητικό 1) πράξη έρευνας και συλλογής αποδεικτικών στοιχείων για να μπορεί και η Επιτροπή, αλλά, και κυρίως, ο «εγκαλούμενος» πρώην υπουργός να παράσχει εξηγήσεις όχι γενικά και αφηρημένα επί των τίτλων των νέων κατηγοριών, αλλά επί συγκεκριμένων πραγματικών περιστατικών που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως «επαρκείς ενδείξεις» και να δικαιολογήσουν την άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος του από την Ολομέλεια της Βουλής, λειτουργούσα ως Εισαγγελέας που έχει αρμοδιότητα άσκησης ποινικής δίωξης, μετά τη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων από την «Επιτροπή» που ενεργεί ως γενικός προανακριτικός υπάλληλος, κατά την έννοια των σχετικών διατάξεων του ΚΠΔ; Και αν αυτό δεν είναι ανεκτό για το εγκαλούμενο «πολιτικό πρόσωπο» είναι πολλαπλώς παράνομο για τους ιδιώτες, τυχόν συμμετόχους του, όπως αναλυτικά επίσης παραθέτουμε στο πολυσέλιδο υπόμνημά μας. Και η θέση μας επιβεβαιώθηκε σήμερα από την κατάθεση του Προϊσταμένου της Εισαγγελίας του Πρωτοδικείου Αθήνας κ. Ιωαννίδη, ο οποίος διαβεβαίωσε δύο πράγματα:
1ον. Ότι ο ίδιος έδωσε παραγγελία σε Εισαγγελικό Λειτουργό, στον φυσικό δικαστή δηλαδή, να διερευνήσει τη μήνυση Μιωνή κατά των μη πολιτικών προσώπων που η «Επιτροπή» μας αποφάσισε να καλέσει ως «υπόπτους»(Παπαδάκου, Φιλιππάκη και Τάρκα), και 2ον. Ότι απαγορεύεται από το νόμο (ΚΠΔ) για τα ίδια πρόσωπα και την ίδια υπόθεση να γίνεται έρευνα από δύο διαφορετικά Εισαγγελικά όργανα ταυτόχρονα, όπως εν προκειμένω, και από την Εισαγγελία Πρωτοδικών δηλαδή και από την «Επιτροπή» μας που λειτουργεί ως Εισαγγελέας που διενεργεί προκαταρκτική εξέταση.
Ετσι αποκαλύφθηκε πλήρως η υποκρισία, η σκοπιμότητα και η παρανομία της πλειοψηφίας της ΝΔ, που παρά το νόμο και αντίθετα με το Σύνταγμα, έχει προαποφασίσει την παραπομπή Παπαγγελόπουλου, χωρίς καν να εξετάσει τους μάρτυρες που προτείνει, και κυρίως τους Εισαγγελικούς λειτουργούς για τους οποίους ο κ. Μιωνής άφησε υπαινιγμούς για συμμετοχή ή υποβοήθηση της «συμμορίας», που υπάρχει μόνο στο μυαλό του. Και γι αυτό η πλειοψηφία της ΝΔ δεν τολμά να καλέσει ως μάρτυρες τους Εισαγγελικούς λειτουργούς που έλαβαν καταθέσεις από Φαλτσιανί, χειρίστηκαν τις υποθέσεις Μιωνή και γνωρίζουν «από πρώτο χέρι» τι ακριβώς έχει συμβεί και έχει μεοσολαβήσει. Φοβούνται τους Εισαγγελείς, ενώ σε ένα Κράτος Δικαίου και μία ευνομούμενη πολιτεία θα έπρεπε να το επιδιώκουν. Θλίψη και μόνο θλίψη».
«Η θέση του Επιστημονικού Συμβουλίου της Βουλής επί των δύο προαναφερομένων ζητημάτων είναι κρίσιμη, διότι ομιλούμε για «δικαιώματα» υπόπτων και μάλιστα και μη πολιτικών προσώπων που ήδη ελέγχονται από τον φυσικό τους δικαστή (άρθρα 8 και 96 Σ). που αποτελούν τον πυρήνα του Κράτους Δικαίου και της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, όπως οριοθετούνται και υπό την ισχύ της ΕΣΔΑ, του Θεμελιώδη Χάρτη Ατομικών Δικαιωμάτων της ΕΕ, και φυσικά της Νομολογίας του ΕΔΑΔ. Ιδίως όταν καλούνται ως ύποπτοι χωρίς ποτέ να έχουν κληθεί στην Ολομέλεια για να «απολογηθούν» ούτως ειπείν. Πού ζούμε; Σε τι ακριβώς καθεστώς;» καταλήγει ο ΣΥΡΙΖΑ.