Ανησυχία στην Κομισιόν για το υπέρογκο ιταλικό χρέος
Πτωτική είναι η τάση του χρέους σε ολόκληρη την Ευρωζώνη εκτός από τις χώρες στις οποίες η μείωσή του είναι απαραίτητη, όπως ανακοίνωσε χθες η Κομισιόν στο πλαίσιο της ετήσιας έκθεσης για την πρόοδο των κρατών-μελών. Ο λόγος για την Ελλάδα, την Κύπρο, την Ιταλία και την Πορτογαλία, των οποίων το δημοσιονομικό χρέος ξεπερνάει το 100% του ΑΕΠ.
Το ιταλικό χρέος, το οποίο έχει ανέλθει στο 140% του ΑΕΠ (και είναι το δεύτερο μεγαλύτερο ποσοστό στην Ευρωζώνη μετά την Ελλάδα), εξακολουθεί να αυξάνεται παρά τις εντατικές προσπάθειες της κυβέρνησης, σύμφωνα με την Καθημερινή.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προειδοποίησε ότι υπάρχει μία μεγάλη πιθανότητα δυσκολίας για αναχρηματοδότηση του χρέους της Ιταλίας σε μεσοπρόθεσμο ή μακροπρόθεσμο επίπεδο. «Δεδομένου ότι πρόκειται για μεγάλη εξαγωγική δύναμη, η Ιταλία είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένη στην παγκόσμια οικονομία.
Το τεράστιο ύψος του δημοσίου χρέους της καθιστά τους επενδυτές πολύ ευάλωτους στους κινδύνους», αναφέρει χαρακτηριστικά η Επιτροπή στην έκθεση για την πρόοδο της χώρας.
Η Κομισιόν έχει ασκήσει επανειλημμένως πιέσεις στην ιταλική κυβέρνηση για μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος. Ωστόσο, πλέον, η οικονομία απειλείται ακόμη περισσότερο και αυξάνονται οι ανησυχίες περί ύφεσης, καθώς το βόρειο τμήμα της χώρας πλήττεται από την ταχύτατη εξάπλωση του κορωνοϊού.
Μαζί με την Ιταλία και την Ελλάδα, η Κομισιόν έκρινε ότι η Κύπρος παρουσιάζει υπέρμετρες ανισορροπίες στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Το έλλειμμα διευρύνθηκε σε μία περίοδο όπου οι ξένοι επενδυτές εγκατέλειπαν το νησί.
«Η κυπριακή οικονομία εξακολουθεί να παρουσιάζει μεγάλες ανισορροπίες, οι οποίες εάν δεν αντιμετωπιστούν, ενδέχεται να παρεμποδίσουν μεσοπρόθεσμα τις οικονομικές της προοπτικές», προειδοποίησε χθες η Επιτροπή.
Αυτές οι ανισορροπίες είναι αποτέλεσμα της κρίσης του 2013 και έχουν δημιουργηθεί από τη συσσώρευση ιδιωτικού, δημοσίου και εξωτερικού χρέους, καθώς και από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Σύμφωνα με την εκτίμηση της Κομισιόν, η Κύπρος έχει βελτιώσει ορισμένα από τα σημεία που εθίγησαν στην αντίστοιχη έκθεση προόδου του 2019, ωστόσο δεν έχει σημειώσει πρόοδο στις ιδιωτικοποιήσεις.
Η Επιτροπή συστήνει μεταρρυθμίσεις για την προσέλκυση επενδύσεων με απώτερο στόχο την αύξηση της παραγωγικότητας, τη διαφοροποίηση της οικονομίας και βέβαια την ενίσχυση του ρυθμού ανάπτυξης.
Μολονότι η οικονομία έχει σταθεροποιηθεί, η Κομισιόν αναμένει πως μέσα στα επόμενα χρόνια θα υπάρξει επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τόνισε ότι η παραγωγικότητα στην Ευρώπη δεν αυξάνεται με αρκετά γρήγορους ρυθμούς και συνεπώς εξακολουθεί να αποτελεί πρόβλημα, ενώ επιβαρύνεται ακόμη περισσότερο λόγω των δημογραφικών μεταβολών.
Συνολικά, το ποσοστό της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού μειώνεται εν μέρει χάρη στη βελτίωση των συνθηκών στην αγορά εργασίας. Παρ’ όλα αυτά, η Κομισιόν σχολίασε ότι εξακολουθούν να υπάρχουν τρωτά σημεία.
Η στρατηγική ανάπτυξης θα αποδώσει καρπούς μόνον εφόσον όλες οι χώρες επικεντρωθούν στην αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης, τόνισε χθες η Επιτροπή. Συνολικά, παρατηρείται ότι τα δημοσιονομικά ελλείμματα των ευρωπαϊκών χωρών αυξάνονται κατά μέσον όρο, ανατρέποντας την τάση των τελευταίων ετών.
Η Κομισιόν εκτιμά παράλληλα ότι οι χώρες αδυνατούν να επιστρέψουν τις επενδύσεις στα προ κρίσης επίπεδα, με τις κρατικές επενδύσεις να βρίσκονται σε ιστορικό χαμηλό.
Στις πιο ισχυρές ευρωπαϊκές οικονομίες, η Κομισιόν συνέστησε την αύξηση των επενδύσεων, προκειμένου να ενισχυθεί η οικονομία τους και να διευκολυνθεί η μετάβαση προς μία πιο πράσινη και ψηφιοποιημένη οικονομία.
Η Κομισιόν αναφέρεται κατά κύριο λόγο στη Γερμανία και στην Ολλανδία, οι οποίες παρουσιάζουν υψηλό πλεόνασμα. Η περίπτωση της Γερμανίας ξεχωρίζει, διότι πρόκειται για τη μόνη χώρα του G7 με πλεονασματική οικονομία και σχετικά χαμηλό χρέος.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανέφερε στη σχετική έκθεση για τη Γερμανία ότι οι χαμηλές κρατικές επενδύσεις θέτουν σε κίνδυνο την οικονομία και ενδεχομένως την οικονομία ολόκληρης της Ευρωζώνης.
«Η ουσιώδης αύξηση των κρατικών επενδύσεων θα μπορούσε να αυξήσει την ανάπτυξη και το ποσοστό απασχόλησης στη Γερμανία και σε ολόκληρη την Ευρωζώνη», όπως εκτιμά η Κομισιόν.
Σύμωνα με τις εκτιμήσεις της, εάν η Γερμανία αυξήσει τις κρατικές επενδύσεις κατά 1% του ΑΕΠ ετησίως, ο ρυθμός ανάπτυξης της Ευρωζώνης θα ενισχυθεί κατά 0,4% φέτος, 0,4% το 2021 και κατά 0,3% το 2022.
Αυτό το ύψος των κρατικών επενδύσεων είναι απαραίτητο για τη μετάβαση στην πράσινη ενέργεια, για τις δαπάνες στον κλάδο των μεταφορών και την ψηφιοποίηση των υπηρεσιών.